ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ακολουθήστε μας:
19 March, 2024
ΚεντρικήΚΡΙΤΙΚΕΣΠαγανιστική Μυσταγωγία, γηγενής και εισαγόμενη. Oι Myrkur και η Labri Giotto στο Fuzz Club (11/11/2018)

Παγανιστική Μυσταγωγία, γηγενής και εισαγόμενη. Oι Myrkur και η Labri Giotto στο Fuzz Club (11/11/2018)

Κείμενο-φωτογραφίες του Χρήστου Κισατζεκιάν

Ηλίου φαεινότερον εκ προοιμίου πως τούτη η από σκηνής ζωντανή παράσταση δεν απευθυνόταν μονάχα στους λάτρεις του ακραίου ήχου, και δει του black metal. Μα ούτε αποκλειστικά και σε κείνους που αρέσκονται στα όσα συγκεράζονται από ιδιάζοντες καλλιτέχνες & μουσικά σχήματα όπως οι Dead Can Dance, Ulver, Dodheimsgard, Loreena McKennitt… Παρόλα αυτά, κι αν στην αρχή η πελώρια ουρά έξω από το Fuzz υπήρξε εντυπωσιακή, εν τέλει μονάχα την πλατεία του αγαπημένου συναυλιακού χώρου μπορώ να περιγράψω ως “ικανοποιητικά γεμάτη” από κόσμο, και τούτο μάλιστα παρά το κλείσιμο του εξώστη ως είθισται, για λόγους ευνόητους.

Η υποβλητική βραδιά της 11ης Νοεμβρίου ξεκίνησε με τη δική μας Λαμπρινή Γιώτη ή Labri Giotto να στέκει ολομόναχη στη μέση της θεόρατης σκηνής. Κι όμως. Από τις πρώτες κιόλας στιγμές η…ευθυτενής, ταπεινή μεγαλοσύνη & αυθεντικότητα της μας συνεπήρε μονομιάς σε μια πολυπολιτισμική επί σκηνής περιοδεία της με μοναδικά της όπλα μια nyckelharpa και το  sami drum, ένα σαμανιστικό κρουστό της κουλτούρας των Σάμι (Λαπωνία).

Μα τι άλλο να χρειαστεί εκείνη απέναντί μας;;; Και δεν αναφέρομαι στο βαρυσήμαντο βιογραφικό που διαβάσαμε όσοι θελήσαμε να ενημερωθούμε νωρίτερα. Μιλώ για αυτό καθαυτό το “γάργαρο” πρόγραμμά της. Ούτε μια, ούτε δυο, μα τέσσερις διαφορετικές γλώσσες χρησιμοποίησε σε τούτο το μοναχικό, μυσταγωγικό πρόλογο της βραδιάς, με δίαυλο τις επίχρυσες φωνητικές χορδές της! Διόλου περίεργο λοιπόν που κέρδισε εξαρχής μα και ως το τέλος τα θερμά χειροκροτήματα μας…

Μια ντουζίνα χρόνια πέρασαν από τότε που η πολυσχιδής και τότε νεότατη Amalie Bruun επιχείρησε την πρώτη της, ομώνυμη δισκογραφική προσπάθεια, σε χωράφια τότε όμως εμπορικά και δημοφιλή: αυτά της λεγόμενης pop, δηλαδή δημοφιλούς μουσικής. Άλλωστε τα χαρίσματα που εξέλαβε από τον “ουρανό” τούτο το αιθέριο, ευλογημένο πλάσμα δεν ήταν μονάχα εσωτερικά! Ούτε σταματούν στις πολυάριθμες δεξιότητές της που την θέλουν να συνθέτει, να στιχουργεί, να παίζει εξίσου καλά πιάνο, κιθάρα μα και όλα αυτά τα παραδοσιακά όργανα της Σκανδιναβίας με τόση ευκολία. Το εύθραυστο μα κουκλίστικο παρουσιαστικό της την ήθελε να εργάζεται συγχρόνως και ως μοντέλο, με συνεργασίες σημαίνουσες όπως αυτή της διαφήμισης για το άρωμα “Blue” της Chanel που μάλιστα σκηνοθέτησε ο τρανός κι αγαπημένος μας Martin Scorsese!

Κι όμως. Όσο κι αν έχει συμβάλει η σχέση της με τον επίσης καλλιτεχνικά άσβεστο Garm των Ulver για την σχετικά πρόσφατη στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών στις μουσικές της επιλογές που την έφεραν και στη χώρα μας τούτο το βράδυ, μάλλον θα πρέπει να εστιάσουμε σε αυτό καθαυτό το ανήσυχο πνεύμα αυτού του αερικού, εμπλουτίζοντάς το και με ολίγη από rock’n’roll μυθολογία που η ίδια μας “σέρβιρε”: στους επίπονους εφιάλτες που την κρατούσαν άγρυπνη και – έτσι θα’ναι – τα έντονα ψυχοσωματικά συμπτώματα που την ταλαιπωρούσαν για καιρό, σε σημείο να αγγίζει τα όρια της παράλυσης… Να’σου λοιπόν οι σπόροι του “κακού”, να και το DNA των Myrkur.  

Ήταν το ομώνυμο EP το 2014 λοιπόν το εναρκτήριο λάκτισμα. Και όπως μου είπαν οι ειδήμονες του ιδιώματος, μιας που εγώ δεν κατέχω την όλη φάση (Λευτέρη μου χίλια ευχαριστώ!), τούτο το πάντρεμα εγκαθιδρύθηκε την επόμενη χρονιά με το lp “M” για τα καλά. Πέρα λοιπόν από τα όσα κινούν τα δικά μου νήματα με εμφανέστατες παραπομπές στην Σκανδιναβική folk, το post rock & metal μα και τις “άυλες”, επουράνιες ερμηνείες των Gerard & McKennitt, οι Myrkur συγγενεύουν καίρια με σχήματα του ακραίου, “βδελυρού” ήχου όπως οι Darkthrone και οι Satyricon με ένα ολόδικό τους τρόπο.

Με το που έπεσαν οι πρώτες νότες του εισαγωγικού “The Serpent” από το ηλεκτροδοτούμενο κουαρτέτο, η διαφορά στα watt από το “one woman acoustic show” μας ταρακούνησε καθώς έπρεπε. Κριμένη επί τω πλείστων πίσω από την “περικοκλάδα” ώστε να θυμίζει λιγάκι τα γεννοφάσκια της, η Bruun παρόλα αυτά κράτησε το κλίμα σε επίπεδα κυρίως ατμοσφαιρικά παρά στεντόρεια. Ελάχιστες οι στιγμές που “βρώμισε” τη φωνή της. Το live set αναμόχλευσε έξυπνα τα όσα έχουν προσφέρει ως σχήμα εναλλακτικό εδώ και τέσσερα χρόνια με το “Skogen Skulle Do” να αποτελεί για πολλούς την κορυφαία στιγμή της βραδιάς. Όσο για το ολόφρεσκο, ακυκλοφόρητο “Juniper”, μας χαρίστηκε ως “δώρο” για την προσέλευσή μας.

Όμως αν και στο encore η Amalie βγήκε μόνη ερμηνεύοντας θεσπέσια τα “I Riden Sa” & “Crown”, το γεγονός παραμένει: τα πενηνταπέντε λεπτά συνολικής διάρκειας του set list μούδιασαν τους περισσότερούς μας, αφού μείναμε παγωμένοι για μερικές στιγμές στις θέσεις μας πριν το δεχθούμε στωικά επιστρατεύοντας, εμείς οι ίδιοι, σαθρά επιχειρήματα του στυλ “ε, οκ, μονάχα δυο lps και ένα ep έχει προλάβει να κυκλοφορήσει μωρέ”… Κρίμα. Κρίμα, ειδικά από τη στιγμή που οι αμετανόητοι των συναυλιών έχουμε ζήσει αντίστοιχα στη χώρα μας το φαινόμενο βετεράνων που έχουν πλέον ξεπεράσει τα 65(!) και παρόλα αυτά ιδρώνουν τη φανέλα επί σκηνής για τρεις ώρες.

Hats Off to Biff!      

  

Μοιραστείτε