ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ακολουθήστε μας:
19 March, 2024
ΚεντρικήΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΟι δύο πόλοι στην σκέψη τού Νίκου Καζαντζάκη. Μέρος Β: Η υπέρβαση τους και ο Ίων Δραγούμης.

Οι δύο πόλοι στην σκέψη τού Νίκου Καζαντζάκη. Μέρος Β: Η υπέρβαση τους και ο Ίων Δραγούμης.

Με αφορμή την 136η επέτειο από την γέννηση του Νίκου Καζαντζάκη (γ. 3/ 3/ 1883) συνεχίζουμε το ειδικό αφιέρωμα στον μεγάλο στοχαστή από την φιλοσοφημένη πέννα του Κώστα Τάταρη.

του Κώστα Τάταρη

Είναι ενδιαφέρον ότι μετά το θάνατο της Δύσης («της Φραγκιάς») σε κάποιες ενορατικές στιγμές ο Καζαντζάκης είδε σε ένα Νέο Ελληνικό Πολιτισμό, έναν πολιτισμό της Ελληνικής Ανατολής τη νέα σωτηρία όχι μόνον για τον Έλληνα, αλλά και τον «Άνθρωπο της Δύσης». 

«…Μα πάει η Φραγκιά! Πέσαν κάτου και γίναν θρύμματα οι θεοί τους. Κύριε! Κύριε! Ποιος μίσησε περσότερο από μένα τη Φραγκιά – τη λατρεία του λογικού και της κοιλιάς, τη μίζερη γνώση, τις κερδοφόρες μικρές βεβαιότητες; 

Ποιος αγάλλεται και χορεύει γιατί πάει η Φραγκιά, σκοτώθηκαν χιλιάδες αραμπαδιές από τους άπιστους και να πάλι η υπέρτατη Ευθύνη στην Ανατολή, στη γη μας, να δώσει νέο νόημα στη ζωή και νέα παράφορην Ελπίδα!… Μέσα στην πήλινή μου ετούτη, ρωμαίικη καρδιά, νιώθω έναν πολιτισμό καινούριο, φανταχτερό και απλότατο και κάθε μέρα εδώ στο βράχο τούτον αγωνίζομαι, πέρα από τις καρδιές τις φράγκικες που σαπίσαν, να ξεχωρίσω και να συλλάβω το νέο πρόσωπο της ανώτατης Ελπίδας!», διαβάζουμε στο «Συμπόσιον», που γράφτηκε παράλληλα με την «Ασκητική» και είναι το «μικρό αδελφάκι της». 

Στο «Συμπόσιον» τέσσερις φίλοι συζητούν για το Θεό, όπως στο «Συμπόσιον» του Πλάτωνα για τον ‘Ερωτα. Σε αυτό περιγράφεται η μυητική προσπάθεια μέσα από την «εξομολόγηση» του οικοδεσπότη στους καλεσμένους φίλους να ασκητέψει στο Άγιον Όρος. Είναι η προσπάθεια μέσα από το «Μεγάλο  Όχι» για αυτοπραγμάτωση και αυθυπέρβαση. Οι τέσσερις φίλοι είναι ο «Άρπαγος» (ο ίδιος ο Καζαντζάκης, που παραθέτει το δείπνο και εξομολογείται την πνευματική του προσπάθεια), ο «Κοσμάς» (ο Ίων Δραγούμης), ο «Πέτρος» (ο Άγγελος Σικελιανός) και ο «Μύρος» (ο Μύρων Γουναλάκης, φίλος του συγγραφέα). 
Η ατμόσφαιρα  είναι ηλεκτρισμένη, οι φίλοι  αγαπιούνται αλλά «κουβαλούν διαφορετικές αποσκευές», έχουν διαφορετικές εμπειρίες και κατευθύνσεις  και η «σύνθεση είναι δύσκολη», στο παραθαλάσσιο σπιτάκι του «Άρπαγου». όμως η όλη ένταση εκτονώνεται μέσα από την αγάπη και την εξομολόγηση. 

Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι το «Όχι» παρουσιάζεται μέσα από τον ασκητή «Άρπαγο» και το «Ναι» μέσα από τον Δραγούμη που παρουσιάζεται ως «Κοσμάς». Δεν του δίδεται τυχαία αυτό το όνομα. Ο Δραγούμης δεν είναι του «κόσμου ετούτου», αλλά σε αντίθεση με τον ασκητή και αναχωρητή μάχεται «εν τω Κόσμω» για να δώσει μορφή στο ρευστό γύρω του χάος. Ο Δραγούμης σε αντίθεση με τον «Άρπαγο» δεν έχει μεταφυσικές αγωνίες, μοναδική του αγωνία είναι ο Ελληνισμός και είναι άνθρωπος της Δράσης, της Πράξης, η βαθυστόχαστη σκέψη έπεται και εμφανίζεται ως η εμβάθυνση της ήδη τελειωθείσας πράξης. Όπως ο Ζορμπάς, αλλά σε άλλο επίπεδο, εμφανίζεται ως η ευγενέστερη εκδήλωση του μεγάλου «Ναι», συνεπώς η «άλλη πλευρά» του «Άρπαγου», εκείνη που του λείπει για την «καλλίστη αρμονία», η ανεκδήλωτη πλευρά του, εκείνη θα συμπληρώσει τον «πολύτροπο άντρα». γι’ αυτό, παρά την ένταση, ο «Άρπαγος» πλέκει το εγκώμιο μόνο στον «Κοσμά».   

Ο Καζαντζακης στο Άγιο Όρος

«Κοσμά, το λιγνό κορμί σου πολλές βολές υψώθηκε, εδώ στην ερημιά μου, και σ’ ένιωσα παραστάτη στον κρυφό μου αγώνα. Πολλές βολές, βγαίνοντας άυπνος στο σκοτάδι, αγνάντευα τη θάλασσα κι έκραζα δυνατά τ’ όνομά σου. Ήξερα πως και συ αγρυπνούσες και φώναζες κι έβλεπα το λύχνο σου να φέγγει μέσα στη νύχτα της Ελλάδας σαν άστρο. Όλοι εσκύβαν δούλοι ανάπνεαν το μολεμένο αέρα του κοπαδιού, ζεμένοι στο μάγγανο μιας ταπεινόχαρης ζωής. Εσύ μόνο δε βολευόσουν εύκολα. οι συμβιβασμοί δε ταίριαζαν στην αψηλή σου φύση κι είπες μια μέρα, περιφρονώντας το χαμογέλιο των φρονίμων: “Εγώ θα σώσω την Ελλάδα”… “Εγώ θα σώσω την Ελλάδα”, στοχαζόσουν, “εγώ θα σώσω τη ψυχή μου”. Έκαιες για την τελειότητα τη δική σου, φλεγόμενος με τον όλο θυσία κι εγκαρτέρηση έρωτα της φυλής…».  

Το εγκώμιο αυτό δείχνει πως ο «Κοσμάς» είναι το «άλλο εγώ» του «Άρπαγου» και όχι απλώς «ένας αγαπημένος άνθρωπος».  Και όταν αλληλοπεριχωρηθούν σε μια «πλούσια μονάδα», τότε ένας νέος τύπος Ανθρώπου γεννιέται. 
Δεν είναι τυχαίο  ότι ο Καζαντζάκης αγάπησε δυνατά τον πρόωρα χαμένο Δραγούμη. δεν του αφιέρωσε απλά τον «Πρωτομάστορα», νεανικό θεατρικό του βασισμένο στο «Γεφύρι της Άρτας», αλλά τον αναφέρει σε κάθε ευκαιρία, διαψεύδοντας εκείνους που ισχυρίστηκαν ότι η Δραγούμεια επίδραση τελείωσε στην «πρώιμη εθνικιστική περίοδο» του Καζαντζάκη. 

Όταν ο μεγάλος μας συγγραφέας περιηγήθηκε τον «Μοριά» αναζητώντας την ουσία του Νέου Ελληνισμού, στο σταθμό των Αθηνών, απ’ όλους τους εκλεκτούς, ζωντανούς και πεθαμένους μόνον ο Δραγούμης ήρθε να τον «ξεπροβοδίσει» ως σκιά. άφησε τον «Ομηρικό Άδη» και ήρθε να χαιρετήσει τον ζωντανό ταξιδιώτη σε ένα μυητικό για τον Ελληνισμό ταξίδι. 

«Το ταξίδι μου στην Πελοπόννησο, τρικυμισμένο με τέτοιες έγνοιες, μου έδωκε κάμποσες χαρές και πίκρες. Από την πρώτη στιγμή, την ώρα που πήγαινα στο σταθμό, ένας πολυαγαπημένος ίσκιος τινάχτηκε συντροφιά μου. Όσες φορές  γυρίζω την Ελλάδα, σχεδόν πάντα, λιγνός και σβέλτος ο ίσκιος αυτός απλώνεται δίπλα στον ίσκιο μου στα χώματα και στις πέτρες: ο Ίων Δραγούμης. Κανένας δεν μπορούσε πιο στεγνά και λιγόλογα και με περισσότερο συγκρατημένο πάθος να χαρεί τη στιγμή τούτη που αφήνουμε την Αττική κι αρχίζουμε το ταξίδι. Γιατί η Αττική είχε βαθύτατην ανταπόκριση με την ύπαρξή του, τη στεγνή, γεμάτη γυμνές λαμπερές πέτρες και κρυφές χαριτωμένες πρασινάδες. Μερικά λόγια του ανεβαίνουν στο νου μου και μου δίνουν την ώρα του μισεμού χαρά και ταραχή μεγάλη: “Σαν ποταμός μεγάλος και ζεστός τρέχει ο Ελληνισμός με τους άρχοντές του”. Σα βασιλόφλεβα  νιώθεις μέσα σου τη φράση τούτη να διακλαδίζεται και να τρέχει. και σε βοηθάει, κατά τρόπο μυστηριώδη, να δεις και να νιώσεις την Ελλάδα…» (Ν. Καζαντζάκης: «Μοριάς»). 

Γιατί τόσο το «Ναι» , όσο και το «Όχι» εκπροσωπούνται από τους εκλεκτούς της «κατάφασης» και «της άρνησης» και μόνον έτσι η δημιουργική υπέρβαση συγκροτεί «την πλούσια μονάδα»…

Ο Καζαντζάκης στο Άργος το 1920

Αναδημοσίευση από το τεύχος 105-106 του περιοδικού «Ενδοχώρα» Δεκέμβριος 2017

Μοιραστείτε