του Μπέν Ράινχαρτ για το Crisis
Λοιπόν, επιτέλους. Μετά από μήνες προσμονής, επιχειρηματολογίας και αλληλοκατηγοριών, η Amazon Studios κυκλοφόρησε τα δύο πρώτα επεισόδια από τον “Άρχοντα των Δακτυλιδιών: Δαχτυλίδια της Δύναμης” την 2η Σεπτεμβρίου.
Τέλος τα τρέιλερ, τέλος οι φήμες, τέλος οι προφητείες καταστροφής: τώρα έχουμε την ίδια τη σειρά. Και τι συμπέρασμα μπορούμε να βγάλουμε γι’ αυτήν; Όπως μας υπενθυμίζει ο Κ. Σ. Λιούις, «Η πρώτη προϋπόθεση για να κριθεί οποιοδήποτε έργο δεξιοτεχνίας, από ένα τιρμπουσόν έως έναν καθεδρικό ναό, είναι να ξέρεις τι είναι – τι είχε σκοπό να κάνει και πώς προορίζεται να χρησιμοποιηθεί». Εν τέλει, εάν δεν γνωρίζουμε τι σκόπευε να κάνει, δεν μπορούμε να κρίνουμε εάν το πέτυχε. Μου φαίνεται ότι τα Δαχτυλίδια της Δύναμης μπορούν να εξεταστούν με δύο κύριους τρόπους: ως μία προσπάθεια μεταφοράς του οράματος του Τόλκιν στην οθόνη και ως ένα αυτόνομο καλλιτεχνικό προϊόν.
Ας εξετάσουμε πρώτα τη σειρά ως μία μεταφορά του Τόλκιν. Εδώ το έργο μας είναι εύκολο: οτιδήποτε άλλο κι αν είναι η σειρά, δεν είναι «Τόλκιν» ούτε –όπως ισχυρίζονται οι τίτλοι αρχής– βασίζεται με κάποιον ουσιαστικό τρόπο στον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και στα παραρτήματά του. Αυτό το σημείο πρέπει να γίνει κατανοητό: οι σεναριογράφοι επέμεναν ξεκάθαρα ότι η θεμελιώδης αρχή τους ήταν πάντα να επιστρέφουν στο βιβλίο για καθοδήγηση και έμπνευση. Οι εύπιστοι κριτικοί τους πίστεψαν. Όμως αυτό απλώς δεν αληθεύει.
Ούτε ένας χαρακτήρας από τα βιβλία του Τόλκιν δεν έχει διατηρηθεί ακέραιος ούτε διατηρήθηκε οποιαδήποτε από τις θεμελιώδεις σχέσεις. Τα χρονικά πλαίσια, η γεωγραφία και σημεία της πλοκής, έχουν μπερδευτεί τόσο που πλέον δεν αναγνωρίζονται. Αντίθετα, αυτό που έχουμε είναι ένα ταμπλό με τελείως καινούριους χαρακτήρες που εμπλέκονται σε μία εντελώς νέα πλοκή.
Μία χούφτα από αυτούς τους νέο-σφυρηλατημένους χαρακτήρες λαμβάνουν αξία από διάσημα ονόματα που έχουν επιλεγεί προσεκτικά από το βιβλίο του Τόλκιν. Γκαλάντριελ, Έλροντ, Γκιλ-γκάλαντ: οι ηθοποιοί έχουν ενδυθεί αυτά τα ονόματα με όλη την ειλικρίνεια και όλη την αξιοπιστία που έχει ένα παιδί που φορά μία αποκριάτικη πλαστική μάσκα. Εάν έπρεπε να μαντέψω, θα έλεγα ότι οι κύριες δημιουργικές εμπνεύσεις των σεναριογράφων είναι (κατά σειρά) το Game of Thrones της ΗΒΟ, η πρωτότυπη τριλογία του Πίτερ Τζάκσον και παιχνίδια ρόλων σαν το Dungeons and Dragons.
Θα ήταν συγχωρητέο κάποιος να υποψιαστεί ότι κανένας από τους σεναριογράφους δεν έχει διαβάσει ποτέ τα έργα του Τόλκιν. Αν όμως πράγματι διάβασαν τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, θεμελιωδώς τον παρανόησαν. Στα χέρια τους, το ηθικό και ευφάνταστο σύμπαν του Τόλκιν έχει απλά ξεκοιλιαστεί. Έχω γράψει αναλυτικά αλλού για τους ηθικούς θεμέλιους λίθους του κόσμου του Τόλκιν: ευσέβεια, ευγνωμοσύνη και ταπεινότητα. Στα Δαχτυλίδια της Δύναμης αυτές οι αρετές απουσιάζουν –στην πραγματικότητα, αναγνωρίζονται μόνο στο βαθμό που επανειλημμένα απορρίπτονται.
Θα φτάσουν λίγα παραδείγματα. Στο legendarium του Τόλκιν (το μυθοποιητικό έργο του Τόλκιν που έμεινε αδημοσίευτο στην διάρκεια της ζωής του και αποτελεί το μπακγκράουντ στο γνωστό του έργο), η φυγή των Ξωτικών από το Βάλινορ, καταδιώκοντας τον Μόργκοθ ήταν μία ύβρις και μέρος του προπατορικού τους αμαρτήματος. Στα Δαχτυλίδια της Δύναμης μετατρέπεται σε μία πράξη ηρωικής «αντίστασης». Η Νόρι Μπράντιφουτ –που στη σειρά παίρνει τη θέση του Φρόντο Μπάγκινς– επανειλημμένα παραβιάζει τα όρια που έχουν τεθεί από τους προσεκτικούς, παραδοσιακούς γέροντες. Η ηθοποιός που υποδύεται τον χαρακτήρα, είναι χαρούμενη που ανατρέπει την «παράδοση των Τριχοπόδαρων». Η μονογονέας από τη φυλή των ανθρώπων και το ξωτικό στρατιώτης μπαίνουν σε ένα απαγορευμένο ειδύλλιο, προς απογοήτευση των φίλων και των ανωτέρων τους.
Πράγματι, σε κάποιο σημείο το ζευγάρι το σκάει, μαζί σε μία περιπέτεια –αυτός εγκαταλείποντας το στρατιωτικό του πόστο και εκείνη το παιδί της. Όλες αυτές οι αποφάσεις παρουσιάζονται ως συμπονετικές, αξιέπαινες και αξιόλογες. Αντίθετα, κάθε φιγούρα εξουσίας (Ξωτικό και Άνδρας, Νάνος και Χόμπιτ) παρουσιάζεται ως βαθιά ύποπτη εάν όχι ριζικά ελαττωματική –άπληστη, ανασφαλής, αργόστροφη ή ύπουλη. (Σχεδόν) όλοι καθοδηγούνται από μία απροκάλυπτη ιδιοτέλεια.
Ωστόσο, το χειρότερο από όλα αφορά την πρωταγωνίστρια και κέντρο του δράματος, την επανεπινοημένη Γκαλάντριελ. Το εξιδανικευμένο όραμα του Τόλκιν σχετικά με τη θηλυκή ομορφιά και χάρη –ένα όραμα, όπως παραδέχτηκε αργότερα, που μπορεί υποσυνείδητα να είχε τις ρίζες του στην αγάπη του για την Ευλογημένη Παρθένο– έχει μεταμορφωθεί σε μία υπεροπτική Αμαζόνα, εμμονική με την εκδίκηση. Αυτός ο νέος χαρακτήρας –η «Αρχηγός Γκαλάντριελ»– αποτελεί επίσης μία από τους λιγότερο αρεστούς πρωταγωνιστές που εμφανίστηκαν ποτέ στην οθόνη. Επιδιώκει να εκδικηθεί τον Σάουρον με ανυποχώρητο σκοπό και με μία πνιγηρή αλαζονεία. Οι διαταγές του βασιλιά της, η συμβουλή του φίλου της και η ασφάλεια των στρατιωτών της, δεν έχουν καμία αξία σε σύγκριση με αυτό (η σκηνή στην οποία η διμοιρία της κάνει ανταρσία είναι, άθελά της, ίσως η πιο ικανοποιητική στιγμή στα δύο πρώτα επεισόδια). Οι σεναριογράφοι προσπαθούν να εξιλεώσουν τα εμφανή της ελαττώματα παρουσιάζοντας τη Γκαλάντριελ ως το θύμα μοναδικής και αδιανόητης οδύνης (είναι τσακισμένη, βλέπετε!). Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι η ηρωίδα επανειλημμένα υποβαθμίζει τον πόνο των άλλων για να εξυμνήσει το δικό της.
Ίσως μπορούμε να τη συγχωρήσουμε που ποδοπατάει το τραύμα του φαντακτερού παλικαριού Έλροντ στην ασφάλεια της πρωτεύουσας των Ξωτικών, όμως όταν κάνει το ίδιο σε έναν επιζήσαντα ναυαγίου που κινδυνεύει άμεσα να πεθάνει από πνιγμό ή έκθεση ή αφυδάτωση, φαίνεται λιγάκι υπερβολικό. Η σοφή και επί μακρόν ταλαιπωρημένη σύζυγός μου είδε μαζί μου την προβολή της σειράς. Παρατήρησε ότι, για την ακρίβεια, δεν θα χρειαζόταν καμία αλλαγή για να την κάνει μία πειστική κακιά.
Σε αυτό είχε σίγουρα δίκιο: και ομολογώ ότι ακόμα πασχίζω να επεξεργαστώ την μεταμόρφωση του χαρακτήρα. Είναι σαφές ότι οι σεναριογράφοι νομίζουν ότι κάνουν τη Γκαλάντριελ πιο ενδιαφέρουσα. Είναι εξίσου σαφές ότι το μόνο που πέτυχαν ήταν να την κάνουν χειρότερη με κάθε πιθανό τρόπο.
Από πού πηγάζει η καταστροφική τους ασέβεια; Εάν έδινα τον πλήρη έλεγχο στις παρανοϊκές και συνωμοσιολογικές τάσεις μου, θα ανησυχούσα για τις Εωσφορικές εικόνες και τα υποκείμενα μηνύματα της σειράς: όπως όταν η κυρίαρχη ηθική αρχή συμβουλεύει κάποιον άλλο ότι προκειμένου να ακολουθήσει το πραγματικό φως, πρέπει πρώτα να αγγίξει το σκοτάδι ή όταν η Γκαλάντριελ γυρίζει την πλάτη της στο φως των Αιώνιων Εδαφών ώστε να μπορέσει να συνεχίσει την αναζήτηση της αυτοπραγμάτωσής της ή όταν τα Ξωτικά πέφτουν σε δυσμένεια και αυτό παρουσιάζεται ως μία ενάρετη πράξη ή όταν ένας σημαντικός και φαινομενικά καλοπροαίρετος χαρακτήρας φτάνει στη Μέση Γη σαν ένα αστέρι που πέφτει (τον βλέπουμε να πέφτει, σαν αστραπή, από τον παράδεισο). Αλλά σίγουρα αυτά είναι μόνο οι προσωπικές ανησυχίες του θολωμένου μυαλού ενός ακαδημαϊκού. Προς το παρόν, τις προσπερνάμε.
Για τώρα, ας θεωρήσουμε ότι αρκεί να πούμε πως η σειρά ό,τι αγγίζει, το υποβαθμίζει: δεν υπάρχει τίποτα που να μην το κουρελιάζει και να μην το κάνει ποταπό. Τα Ξωτικά της Amazon, όπως ήταν και του Τζάκσον, είναι δυστυχώς απόμακρα και ξένα και ψυχρά. Τώρα είναι επίσης ύπουλα και μερικές φορές βάναυσα. Το Βασίλειο των Νάνων, Κάζαντ-Ντουμ, έχει όλη τη μεγαλοπρέπεια και την αξιοπρέπεια που έχει το σπίτι μίας αδελφότητας κατά τη διάρκεια ενός ποδοσφαιρικού σαββατοκύριακου. Οι άνθρωποι –όλοι οι άνθρωποι απ’ όσο καταλαβαίνω- παρουσιάζονται ως χυδαίοι και καχύποπτοι και μισαλλόδοξοι. Τα χόμπιτ είναι ανυπόφοροι χωριάτες. Ο Τόλκιν επεδίωκε να μαγέψει τον κόσμο μέσα από παραμύθια με νεράιδες. Τα Δαχτυλίδια της Δύναμης είναι, ουσιαστικά, μία άσκηση απομυθοποίησης.
( *Fan Fiction= Μυθοπλασία γραμμένη από θαυμαστές ενός συγγραφέα βασισμένη σε ήδη φανταστικούς ήρωες )
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ