Κλείνει μισός αιώνας από την Σοβιετική εισβολή στην Τσεχοσλοβακία στις 20-21 Αυγούστου 1968 και εμείς μετά το άρθρο για τον Κουντέλκα συνεχίζουμε το αφιέρωμα στην καλλιτεχνική διαμαρτυρία ενάντια στα Σοβιετικά τανκς και το φιλοκατοχικό καθεστώς 1968-1989. (Άβαλον των Τεχνών)
Των Jan Velinger, Pavla Horáková, Ian Willoughby
Δεκαεννέα χρόνια πρίν, διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους της Πράγας απαιτώντας το τέλος της κυβερνητικής κυριαρχίας του ενός κόμματος, ξεκινώντας μια διαδικασία η οποία γρήγορα –πολύ πιο γρήγορα απο όσο περίμενε κανείς- οδήγησε στο ξήλωμα του Κομμουνιστικού καθεστώτος στην Τσεχοσλοβακία. Η μουσική, επίσης, έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο: με το αποτέλεσμα αυτών των πολυτάραχων ημερών μακρυά απο βέβαιο, δεκάδες χιλιάδες διαδήλωσαν στην πλατεία Wenceslas, τραγουδώντας τον ύμνο των ατομικών δικαιωμάτων ‘We Shall Overcome’ (Θα Υπερισχύσουμε).
Νωρίτερα, το 1968, η μουσική υπηρέτησε έναν παρόμοιο σκοπό μετά την καταστολή της Άνοιξης Της Πράγας απο Σοβιετικά στρατεύματα, φέρνοντας το τέλος στο πείραμα του Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ ενός «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο». Και τότε επίσης, οι Τσεχοσλοβάκοι ενώθηκαν και ξεσηκώθηκαν απο τους στίχους του “Close the door, little brother” ( Κλείσε την πόρτα, μικρέ αδερφέ), ενα τραγούδι κυριολεκτικά γραμμένο μέσα σε μια νύχτα σε απάντηση της κατοχής. Συνθέτης και τραγουδιστής ήταν ο εικοσιτεσσάρων χρονών Κάρελ Κριλ.
Ο τραγουδιστής δεν μπορούσε να ξέρει ότι μέσα σε ένα χρόνο απο την σύνθεση του κομματιού του θα άφηνε την χώρα του και θα ζούσε στην εξορία για τα επόμενα είκοσι χρόνια .
Ακόμα λιγότερο θα μπορούσε να κατανοήσει ότι όταν τελικά γύρισε τον Νοέμβριο του 1989, χιλιάδες άνθρωποι θα μαζεύονταν στις πλατείες και θα τραγουδούσαν τα λόγια του, γνωρίζοντας τους στίχους του απ’έξω.
Πρίν ο Κάρελ Κριλ αφήσει την Τσεχοσλοβακία για τη Γερμανία το 1969, κυκλοφόρησε το ντεμπούτο άλμπουμ του “Bratricku, zavirej vratka” ή “Μικρέ Αδερφέ, Κλείσε την Πόρτα”. Η συλλογή μερικών παλιότερων μπαλάντων και των τραγουδιών που έγραψε τους πρώτους μήνες της κατοχής, εκδόθηκε το Μάρτιο του 1969. Ο άνθρωπος που συμβούλεψε τον Κρίλ να το κάνει ήταν ο μουσικός κριτικός Τζίρι Τσέρνι. Ο ίδιος εξηγεί το γιατί ενώ ο Κρίλ έχοντας κυκλοφορήσει μόνο ένα άλμπουμ στην Τσεχοσλοβακία, είκοσι χρόνια μετά, ο Κρίλ παραμένει σύμβολο για τους νεαρούς Τσέχους, πολλοί απο τους οποίους δεν είχαν καν γεννηθεί το 1969.
Το άλμπουμ “Bratricku, zavirej vratka” ήταν το μόνο το οποίο εντελώς αντικατόπτριζε την ατμόσφαιρα μετά την Σοβιετική εισβολή και την ατμόσφαιρα καταπίεσης. Πάνω απο 40.000 κόπιες πουλήθηκαν αλλά μέσα στα χρόνια το κοινό τα αντέγραφε ο ένας απο τον άλλον. Επίσης, επειδή δούλεψε σαν δημοσιογράφος στο Radio Free Europe στο Μόναχο, ο Κρίλ είχε την ευκαιρία να παίζει τα τραγούδια του κάθε εβδομάδα για το κοινό του στην Τσεχοσλοβακία.
Μερικές μόνο εβδομάδες μετά την αφιξή του στην Γερμανία, ο Κρίλ κυκλοφόρησε το δευτερό του άλμπουμ “Rakovina” ή “Καρκίνος” το οποίο ήταν μια θλιβερή μεταφορά της ατμόσφαιρας που επικρατούσε στην Τσεχοσλοβακία. Άλλα, λιγότερο γνωστά άλμπουμ, ακολούθησαν.
Η Βελούδινη Επανάσταση το Νοέμβριο του 1989 ήταν μια εποχή ανάμεικτων συναισθημάτων για τον Κάρελ Κρίλ γιατί ακριβώς τότε η μητέρα του πέθανε στην Τσεχοσλοβακία και του επιτράπηκε απο τις αρχές να γυρίσει πίσω μόνο για μιά μέρα για την κηδεία της. Η μία μέρα μετατράπηκε σε ολόκληρη εβδομάδα καθώς ο «πολιτικός πάγος» έλιωνε γρήγορα.
«Όταν επέστρεψε, η μεγαλύτερη έκπληξη για τον Κάρελ Κρίλ ήταν η πρώτη συναυλία στην οποία έπαιξε – «Η Συναυλία Για Όλους Τους Αξιοπρεπείς Ανθρώπους», όπως ονομάστηκε. Όταν τραγούδησε τις πρώτες νότες του τραγουδιού του “Morituri te salutant” το κοινό άρχισε αμέσως να τραγουδά μαζί του. Αυτό ήταν τόσο απρόσμενο για εκείνον που έπρεπε να παλέψει να κρατήσει τα δακρυά του και να καθαρίσει το λαιμό του.»
Σε μιά διαδήλωση το Δεκέμβριο του 1989, ο Κάρελ Κρίλ βρήκε τον εαυτό του να τραγουδάει τον εθνικό ύμνο της Τσεχοσλοβακίας μαζί με των πόπ στάρ με ρεκόρ πωλήσεων Κάρελ Γκότ – το οποίο μερικοί το είδαν ώς συμφιλίωση της αντιπολίτευσης με τους κομφορμιστές. Αλλά ο Κάρελ Κρίλ αργότερα το μετάνιωσε.
«Κοιτάζοντας πίσω το είδε διαφορετικά απο οτι την στιγμή της διαδήλωσης. Αργότερα είπε ότι τον έπεισαν άλλοι. Αλλά εγώ ήμουνα εκεί και θυμάμαι όταν ήρθα να του πώ ότι τον περιμέναν να τραγουδήσει με τον Κάρελ Γκότ, οι δυό τους είχαν κι όλας συμφωνήσει για τον μουσικό τόνο.»
Επαναστάτης απο την φύση του, ο Κρίλ σύντομα έστρεψε μια κριτική ματιά στην νεοσύστατη δημοκρατία και τους αξιωματούχους της. Πολλοί απο τους φάν του νιώσαν ότι το εξειδανικευμένο είδωλο τους μετατρέποταν σε ένα πικραμένο , γκρινιάρη άνθρωπο και του γύρισαν την πλάτη.
«Ο Κρίλ ήταν δυό φορές πολύ απογοητευμένος. Ήταν συντετριμμένος με την διαίρεση της Τσεχοσλοβακίας. Ήταν παλιάς σχολής πατριώτης –ποτέ δεν ζήτησε να αναγνωριστεί ως πολιτικός πρόσφυγας στη Γερμανία γιατί θα έχανε το Τσεχοσλοβάκικο διαβατήριο του. Η δευτερη φορά ήταν ότι ποτέ δεν υπολόγισε τους κομμουνιστές να αποκτήσουν τόση στήριξη στις εκλογές. Δεν πιστεύω οτι είχε πάντα δίκιο, αλλά ήταν πάντα απολύτως ειλικρινής.»
Μερικοί λένε ότι η διάψευση των προσδοκιών του απο τις πολιτικές εξελίξεις κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, οδήγησαν στον πρόωρο θάνατο του Κρίλ το 1994. Καθώς ετοιμαζόταν να γιορτάσει τα 50α του γενέθλια στην Πράγα, η καρδιά του τον πρόδωσε σε ένα δρόμο του Μονάχου. Η γνώμη των κριτικών παραμένει διαιρεμένη σχετικά με την ποιότητα της μουσικής και των στίχων του, αλλά τα τραγούδια του θα είναι πάντα ένα σύμβολο για τις δυό δεκαετίες μεταξύ της Σοβιετικής εισβολής και την πτώση του Κομμουνισμού το 1989.