του Γιώργου Πισσαλίδη
Σαν σήμερα στις 21 Απριλίου 1978 πέθανε από εσωτερική αιμορραγία του εγκεφάλου, η βασίλισσα του εγγλέζικου φολκ ροκ (πάντρεμα παράδοσης και ροκ) και τραγουδίαστρια των “Φαίηρπορτ Κονβένσιον” Σάντυ Ντέννυ. Υπήρξε η κορυφαία ερμηνεύτρια ηλεκτρικών εκτελέσεων παραδοσιακών τραγουδιών (electric folk) και μια εκπληκτική ροκ συνθέτρια επηρρεασμένη από την δημοτική παράδοση
Γεννήθηκε με το όνομα Αλεξάντρα Έλλεν Μάκ Λην “Σάντυ” Ντέννυ στο Λονδίνο στις 6 Ιανουαρίου 1947. Yπήρξε το 1967 μέλος των “Στρώμπς” έννός γνωστού συγκροτήματος που παντρευε παραδοσιακή μουσική και ροκ (φολκ ροκ) πριν γίνει τον Μάιο του 1968 μέλος των Φαίηρπορτ Κονβένσιον, του σημαντικότερου συγκροτήματος του είδους.
Ήταν με τους “Φαίηρπορτς” που ηχογράφησε την πιο διάσημη σύνθεση της Who Knows Where The Time Goes στο δεύτερο άλμπουμ του συγκροτήματος, το Unhalfbricking. Η Σάντυ Ντέννυ όμως έφερε μαζί της και τα παραδοσιακά τραγούδια του 18ου και 19ου αιώνα που ερμήνευε στα κλάμπς στην αρχή της καρριέρας της. Αυτά μαζί με τους ηλεκτρικούς αυτοσχεδιασμούς των υπόλοιπων μελών του συγκροτήματος είχαν ως αποτέλεσμα την δημιουργία του καταλυτικού για την εξέλιξη της ηλεκτρικής φολκ (όπως ονομάζεται η ηλεκτρική ερμηνεία παραδοσιακών τραγουδιών) Leige and Leif του 1969. Έκτοτε το συγκρότημα στράφηκε προς αυτήν την κατεύθυνση.
Στα τέλη του 1969, θα εγκαταλέιψει τους “Φαίηρπορτ Κονβένσιον” (η φίλη της και φολκ τραγουδίστρια Λίντα Τόμπσον θα πεί ότι την διώξανε) για να εξελίξει το συνθετικο της ταλέντο, αρχικά στους “Φοθερινγκαίη” και μετά στα σόλο άλμπουμ Νorth Star Grassman and the Ravens του 1971 και Sandy του 1972. Αυτά τα δύο άλμπουμς, που θα την ανακηρύξουν ως “Καλύτερη Βρεταννίδα Τραγουδίστρια” σε δημοψήφισμα της “Μέλοντυ Μέηκερ”. Μαζί με τον Ρόμπερτ Πλάντ θα τραγουδούσε στο επηρεασμένο από την εγγλέζικη φολκ και τον “Αρχοντα των δακτυλιδιών” The Battle of Evermore από το τέταρτο άλμπουμ των “Λέντ Ζέππελιν” (Το άλμπουμ δεν έχει όνομα και συνήθως αποκαλείται Τέσσερα Σύμβολα η Led Zeppelin IV)
Το 1973 θα παντρευτεί τον Τρέηβορ Λούκας και θα κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ σε παραγωγή του Λούκας, το Like an Old Fashioned Waltz. Από αυτό ξεχωρίζει το πολυαγαπημένο Solo, ενώ συνεχίζει να ασχολείται στιχουργικά με τα αγαπημένα της θέματα: την έννοια της απώλειας, την μοναξιά, τον φόβο για το σκοτάδι, το πέρασμα του χρόνου και την αλλαγή των εποχών.
Το 1974 θα επανενωθεί με τους “Φαίηρπορτ Κονβένσιον” , στους οποίους ο Λούκας ήταν ήδη μέλος και θα κυκλοφορήσουν δύο άλμπουμς, το ζωντανό Fairport LIve Convention που θα καταγράψει την διεθνή τους τουρνέ και το Rising for the Moon. Παρόλο που είχε ήδη απομακρυνθεί από την εκτέλεση των παραδοσιακών κομματιών, που προτιμούσαν οι “Φαίηρπορτς” τα περισσότερα τραγούδια του δίσκου ήταν δικές της συνθέσεις.
To 1975 το ζεύγος Ντένυ και Λούκας θα εγκαταλείψει ομού τους “Φαίηρπορτς Κονβένσιον” για να αφοσισωθούν στο τελευταίο σόλο άλμπουμ της Σάντυ, Rendezvous που κυκλοφόρησε το 1977 κάνοντας φτωχές πωλήσεις. Την ίδια χρονιά , έχοντας εγκατασταθεί στο χωριό Μπάιφηλντ του Βόρειου Χάμπτονσάιρ, γέννησε την κόρη της Τζώρτζια.
Στα τέλη του Μαρτίου του 1978 στην διάρκεια διακοπών με την κόρη της και τους γονείς της έπεσε από τις σκάλες και χτύπησε το κεφάλι της στο μάρμαρο. Η κατάσταση της θα χειροτερέψει και στις 21 Απριλίου θα πεθάνει από εσωτερική αιμορραγία του εγκεφάλου.
Σήμερα περιοδικά αφιερωμένα στο κλασσικό ροκ, όπως το Uncut και το Mojo την αποκαλούν την καλύτερη συνθέτρια του εγγλέζικου ροκ και η κλασσική της σύνθεση Who Knows Where the Time Goes εχει ερμηνευτεί από την Τζούντυ Κόλλινς, την Νίνα Σιμόν και τους “Τεν Θάουζαντ Μάνιακς”.