ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ακολουθήστε μας:
19 March, 2024
ΚεντρικήΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣO «Mεγαλέξανδρος» του Παππά: Δείγμα μιας «ντεκαφεϊνέ», πολιτικά ορθής γλυπτικής

O «Mεγαλέξανδρος» του Παππά: Δείγμα μιας «ντεκαφεϊνέ», πολιτικά ορθής γλυπτικής

Του Ιωάννη Γ. Μαύρου

Ο Μεγαλέξαντρος του γλύπτη Παππά, που τοποθετήθηκε σήμερα στη λεωφόρο Αμαλίας, είναι τυπικό δείγμα μιας ντεκαφεϊνέ γλυπτικής, μνημειακής μόνο κατ’ όνομα. Μιας γλυπτικής χωρίς «γωνίες», πραγματικές και μεταφορικές, που έχει συλληφθεί αμυντικά, με το φόβο μήπως προσβάλει το κυρίαρχο εκθηλυσμένο πνεύμα της εποχής μας. Ουδέτερης και σχηματοποιημένης, που προσπαθεί να κρύψει την ιδεολογική πλαδαρότητα της πίσω από το μανδύα ενός δήθεν ανθρωπιστικού κλασικισμού.

Ένας Μεγαλέξαντρος άοπλος και πασιφιστής, χωρίς καμιά επιθετική οπλική εξάρτυση, σαν κομψευάμενος νεανίας που πήγε χαλαρή βολτούλα με το πόνυ του. Κανένα ξίφος, κανένα δόρυ, καμιά ασπίδα: ένας στρατηλάτης από τα Lidl. Ένας Μεγαλέξαντρος απόλυτα συντονισμένος με το ορθοπολιτικό δόγμα των καιρών μας, που «καταδικάζει τη βία από όπου και αν προέρχεται». Αυτός, ο κατεξοχήν κατακτητής, η στρατιωτική μεγαλοφυία που πάτησε κάτω από το πέλμα του την Ασία· ο άνθρωπος της επίθεσης και της δράσης, που έκοψε το Γόρδιο Δεσμό με το σπαθί επειδή βαριόταν τα φιλολογικά αινίγματα και τους γρίφους· που πάτησε με το βαρύ πέλμα του ανάκτορα βασιλιάδων και υποδούλωσε λαούς. Αυτός ο άνθρωπος δεν κρίθηκε άξιος από τον νεοέλληνα γλύπτη να φέρει ούτε καν ένα τοσοδά εγχειρίδιο, ένα ψευτοσπαθάκι σαν αυτό των Ευελπίδων. Η κλίμακά του μικρή και ταπεινή, να μην προκαλεί με το μέγεθος, σύμβολο ρώμης και ανδρισμού που σήμερα τελούν υπό διωγμό σαν επιδημικές ασθένειες προορισμένες να εκλείψουν νικημένες από τα νέα αντιβιοτικά της πολιτικής κορρεκτίλας και της «ρευστότητας φύλου».

Αν ανοίξετε τους παχιούς τόμους αφιερωμένους στη νεοελληνική γλυπτική θα συναντήσετε τις γνωστές βερμπαλιστικές ομοβροντίες των μελετητών: «μορφοπλαστική θέληση», «ανθρωπιστικό ιδανικό», «πνευματικότητα και ευγένεια», «εξερεύνηση του έσω ανθρώπου» και άλλα ηχηρά παρόμοια. Ο Παππάς είναι ιερό τοτέμ για το καλλιτεχνικό εν Ελλάδι συνάφι, υπεράνω κριτικής ακριβώς όπως ο «εθνάρχης» Βενιζέλος, του οποίου -κατά διαβολική σύμπτωση- θεωρείται ο «επίσημος» γλύπτης — παραπέμπω κυρίως στο γνωστό ανδριάντα του Βενιζέλου δίπλα στο Μέγαρο Μουσικής, εκεί που ήταν παλιά τα λεγόμενα Παραπήγματα και τώρα κάνουν φιγούρες με τα πατίνια τους οι σκεϊτάδες.

«Και τι ήθελες δηλαδή, να τον αναπαραστήσει σαν μποντιμπίλντερ με κοιλιακούς και κοφτερούς τρικέφαλους, σαν τα ναζιστικά αγάλματα του Άρνο Μπρέκερ και του Γιόζεφ Θόρακ; Εδώ είμαστε Ελλάδα, τηρούμε το ανθρώπινο μέτρο και την πραότητα της μορφής, δεν σηκώνει το κλίμα τη βαρβαρική τέχνη των Τευτόνων»· θα είναι ο συνηθισμένος αναμενόμενος αντίλογος. Υπάρχει όμως και ο μέσος δρόμος, αν δεν μας αρέσει ο νιτσεϊκός μυώδης υπεράνθρωπος: ο Αλέξανδρος του Ευάγγελου Μουστάκα στην παραλία της Θεσσαλονίκης είναι μια ισορροπημένη σύνθεση, που αποδίδει δικαιοσύνη στον πολεμικό δυναμισμό του στρατηλάτη χωρίς να αποστέργει τις πάγιες «ανθρωπιστικές» ποιότητες του μέτρου και της προσήνειας.

Η αρχαία πλαστική τέχνη ούτε εξαντλείται ούτε είναι συνώνυμη με τον λευκασμένο κλασικισμό, στον οποίο την απομειώνουν οι αδαείς. Έχει μια υπεριχιλιετή ιστορία που ξεκινά από την αιγυπτιάζουσα ιεροπρέπεια και γιγαντική αδρότητα της δαιδαλικής περιόδου και εκτείνεται ως το λεγόμενο ελληνιστικό ροκοκό, με το βουκολικό συναίσθημα και τη ρωπογραφική διάθεση.

Στο ενδιάμεσο έχει εμφανιστεί ένας Λύσιππος, δημιουργός του κτηνώδους Ηρακλή Φαρνέζε, το σύμπλεγμα του Λαοκόοντος της Ρόδου και ένας Βωμός του Διός στην Πέργαμο της Μικράς Ασίας με σκηνές γιγαντομαχίας, από τις πιο βίαιες στην ιστορία της Δυτικής τέχνης, που προαναγγέλλουν τις θηριομαχίες του Ρούμπενς. Ο Αλέξανδρος δεν ανήκει στην κλασική εποχή, για να τον παραστήσεις σαν το Παιδί του Κριτία ή σαν έφηβο μειράκιο μιας άχρονης ιδεαλιστικής ομορφιάς. Είναι αυτός που κόβει την ιστορία στα δύο, ένα εγελιανό Welthistorische Individuum που τελειώνει μιαν εποχή και εγκαινιάζει μιαν άλλη, όχι με τη δύναμη του στοχασμού αλλά με τη Βία, τη μαία της Ιστορίας. Προΐσταται μιας εποχής καινούργιας, την οποία ο ίδιος δημιούργησε και ονοματοδότησε· εποχής με κύρια χαρακτηριστικά το πάθος, την υπερβολή, το συναίσθημα, τη μαζικότητα, τη μετάβαση από το αριστοτελικό μέτρο της πόλεως-κράτους στον γιγαντισμό της αυτοκρατορικής ιδεολογίας.

Η εικαστική γλώσσα που συμπύκνωσε αυτή την εποχή είναι το Μπαρόκ: εμπαθές, βίαιο, κολοσσικό, υπερεπεκτατικό, σωματοκεντρικό, τυραννικό, άμετρο, ιρρασιοναλιστικό, χυμώδες. Όχι η άφυλη απλολογία ενός παιδάριου που αναπαύεται άνευρα και ανάλαφρα στη ράχη ενός εξημερωμένου εκθέματος του ιππικού συλλόγου Αμαρουσίου, από αυτά που χαϊδεύουν οι κατά φαντασίαν αμαζόνες εύπορες δεσποινίδες της μεσαίας τάξης.

Μοιραστείτε