
Σε στιγμές σαν κι αυτή που ακούς τη φωνή ενός συνομιλητή σου που δεν είναι πλέον σε τούτες τις διαστάσεις, μια έντονη, υποβόσκουσα αμηχανία φορτίζει την ατμόσφαιρα με κείνη την αβάσταχτη υπενθύμιση του ενός και μοναδικού τετελεσμένου ραντεβού που έχουμε όλοι μας με τη Μάνα Γη. Ή τη Μετάβαση. Και εδώ πρόκειται για τη φωνή του Σταύρου Λογαρίδη. Του Σταύρου που δε μασούσε τα λόγια του ποτές.
Δε μπορώ λοιπόν παρά να καταγράψω τα όσα μοιράστηκε μαζί μου τηλεφωνικά κείνο το απόγευμα της Τετάρτης 16 Οκτωβρίου του 2013 με ακρίβεια πρωτόγνωρα μικρομετρική! Λέξη προς λέξη. Ακόμη και τις λέξεις που ξεστόμισε στα Αγγλικά με προφορά Ελληνική. Τους αστεϊσμούς και τις βρισιές της καθημερινότητας. Κι ας μην το συνηθίζουμε στο “Άβαλον των Τεχνών”. Το απαιτεί η περίσταση.
Συνέντευξη-φωτογραφίες: Χρήστος Κισατζεκιάν
Εικοσιδυό λεπτά η διάρκεια της εμπειρίας. Κι όμως. Δες πόσα χώρεσε τούτη η μέχρι σήμερα ακυκλοφόρητη συνέντευξη. Προσωπικά από κείνη τη μέρα και μετά, ακούω…διαφορετικά τα αναφερόμενα ιστορικά ηχογραφήματα. Εύχομαι λοιπόν το ίδιο και σε σένα.
Βαθιά αναπνοή. Και πάμε.
Σε ευχαριστώ για αυτή την ευκαιρία γιατί σε έχω φωτογραφίσει αλλά δεν έχουμε μιλήσει ποτέ έως και σήμερα. Θεωρώντας το έργο σου σπουδαίο στο σύνολό του, λογίζω ανάμεσα σε όλα όσα μας έχεις προσφέρει ως μνημειώδη σου στιγμή το “Ακρίτας”. Έχεις λοιπόν την καλοσύνη να μοιραστείς μαζί μας οποιαδήποτε πληροφορία που αφορά αυτό το υπέροχο έργο; Είτε για αυτή καθαυτή την ηχογράφησή του, το πώς προέκυψε το όλο concept, πώς προέκυψε η συνάντηση σου με τους υπόλοιπους συμβαλλόμενους μουσικούς, μα και τον Κώστα Φέρρη…
«Ναι. Βασικά όταν τελείωσαν οι Poll, τελείωσαν με το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης όπου εγώ δεν συμμετείχα…»
Πράγματι, το 1972...
«Δε θυμάμαι… Το ‘72 ήτανε; Οκέι. Ενώ λοιπόν είχα μέσα μου ας πούμε μια λαχτάρα για μια «άλλη» μουσική, για ένα πιο ψαγμένο πράγμα, ίσως να μην είχα την ενέργεια ώστε να γίνει εκείνη τη στιγμή… Η όλη φάση του φεστιβάλ λοιπόν, αυτό το κοντράστ ας πούμε, με έκανε ακόμα πιο ακραίο στο να θέλω να το κάνω αυτό. Γιατί βρισκόμενος στο ένα άκρο, αυτό με έστελνε στο άλλο ας πούμε.
Τότε ήταν λοιπόν που είχα πάει Αγγλία και γνώρισα τον Κώστα το Φέρρη. Και ξεκινήσαμε να λέμε για διάφορα project. Αλλά για project ολόκληρα, όχι τραγούδια! Γιατί ο Κώστας μόλις είχε τελειώσει το “666” με το Βαγγέλη Παπαθανασίου και είχε μεγαλεπήβολα σχέδια ας το πούμε… Και άρχισε λοιπόν να μου λέει για την Αποκάλυψη του Ιωάννη και τέτοια, και θέλω να το κάνω ταινία, και μου λέει «θέλεις να κάνουμε καμία rock όπερα, για το Βούδα;», είχε και το Σπανουδάκη. Ήμασταν μια παρέα όλοι τότε. Και ο Λουκάς ο Σιδεράς ήταν εκεί. Όπως και κάποιοι άλλοι μουσικοί, μα και κάποιες φίλες μας. Όσοι (Έλληνες) δηλαδή βρισκόμασταν εκεί στο Λονδίνο…

Κώστας Φέρρης: Ο ιθύνους νους και στιχουργός του “Ακρίτας”
Έτσι λοιπόν ξεκινώντας από μια ιδέα να φτιάξουμε ένα έργο ενιαίο τέλος πάντων, ο Φέρρης επειδή, ξέρεις, από ιδέες είναι πολύ φουλ, πετάει σε μια φάση τη λέξη Ακρίτας! Του λέω τι είναι αυτό; Του Καζαντζάκη μου λέει, Ακρίτας. Τακ. Μπαίνω λοιπόν εγώ μες το κόλπο και αρχίζει και αυτός να το εξπαντάρει, να το ξεχειλώνει όπως το συνηθίζει άλλωστε, και το πηγαίνει στον Ακρίτα γενικώς. Για κάθε περίπτωση. Και έτσι λοιπόν σιγά-σιγά αρχίζουμε να κάνουμε μαζί αυτή την ιστορία. Κάνουμε λοιπόν μια οντισιόν, και εντωμεταξύ ο Άρης ο Τασούλης, από τους Poll, παρά τα γεγονότα, διάλεξε να έρθει μαζί μου. Τα παιδιά (σ.σ.: οι Poll) πήρανε έναν άλλο μπασίστα δηλαδή και ο Άρης ήρθε μαζί μου. Ήτανε λοιπόν να βρούμε και ένα ντράμερ να κάνουμε ένα γκρουπάκι. Και έρχεται ο Γιώργος ο Τσουπακής για οντισιόν. Με το που ανεβαίνει πρώτος και παίζει, τους υπόλοιπους τους έστειλα σπίτι τους! Ούτε οντισιόν ούτε τίποτα, λέω παιδιά αυτός είναι, τελειώσαμε»
Ε, βέβαια!…
«Με τη μία! Είναι αυτό. Πώς το λένε! Ήταν γραφτό. Φαντάσου αυτός δούλευε στα καράβια. Εννοώ δούλευε στις ορχήστρες στα καράβια. Όπως και στο μανάβικο του πατέρα του. “Διαλέχτε” φώναζε και τα λοιπά, ξέρεις. Φοβερός ντράμερ όμως!»
Μα το ξέρω!…
«Εγώ όμως είχα στο νου μου και τον Δήμη το Παπαχρήστου (σ.σ.: τον κιθαρίστα Δήμη Παπαχρήστου) με τον οποίον ήμασταν κολλητοί. Έως και στην Πόλη παίζαμε μαζί (σ.σ.: στην Κωνσταντινούπολη όπου γεννήθηκαν). Όχι μουσική. Όντας μικρά παιδιά, δίχως να το ξέρουμε. Γιατί μετά όταν μεγαλώσανε και είπαμε που πήγαινε ο καθένας, καταλάβαμε πως πηγαίναμε ακόμη και στην ίδια εκκλησία ας πούμε!… Και έτσι λοιπόν έγινε το γκρουπ. Το οποίο ήτανε βασικά τρίο, όμως ήτανε και ο Δήμης μέσα. Όπως ήτανε και ο Αργύρης ο Κουλούρης με τους Aphrodite’s Child, καταλαβαίνεις!…»
Ακριβώς, ακριβώς αυτό!
«Με τον Δήμη ήμασταν πιο καλά…»
Προσέχω που τον λες Δήμη και όχι Δήμο τόσην ώρα…όχι Δήμο, άρα έτσι να τον γράψω κι εγώ”
«Μα Δήμη τον λένε»
Ε, λοιπόν το ξέρεις πως ακόμη και στην επανέκδοση του «Ακρίτας» σε cd που έχω εδώ στα χέρια μου αναγράφεται Δήμος;;;
«Σοβαρά; Ναι, Δήμη να τον γράψεις»
Έγινε!
«Και κάπως έτσι λοιπόν αρχίσαμε τις πρόβες πολύ ωραία και τα λοιπά, και όταν πλέον ήρθε η ώρα να μπούμε στο στούντιο να τα ηχογραφήσουμε, να ξέρεις τότε υπήρχανε μόνο δυο καλά στούντιο στην Αθήνα. Εκείνο της Columbia…»
Το θρυλικό στον Περισσό! Αυτό που το αφήσανε οι άτιμοι και έγινε σκουπιδότοπος, ξέρω (και οργίζομαι)!…
«Αυτό. Άστα. Και το άλλο του Σήφη στην Μαυροματαίων κοντά που είναι… δε θυμάμαι ακριβώς τώρα. Εκεί γράψαμε και με τους Poll. Και μετά έγινε του Σμυρναίου του Γιάννη και ονομάστηκε Polysound. Εμείς πήγαμε και γράψαμε στην Columbia τότε. Αλλά μας δίνανε μόνο τρία στούντιο το μήνα! Για αυτό και κάναμε έντεκα μήνες για να τελειώσουμε το δίσκο με λίγα λόγια…. Γιατί υπήρχε πολύς κόσμος που περίμενε τότε. Γινόντουσαν παραγωγές πολλές. Αλλά αυτό μπορείς να πεις ότι μας βγήκε και σε καλό τελικά, αφού πήραμε το χρόνο μας για να το κάνουμε. Το σκεφτήκαμε, πετάξαμε πράγματα, διορθώσαμε, δηλαδή υπήρχε μια άνεση χρόνου…»
…Και επαναπροσδιορισμού, πράγματι. Όμως μαζί με τον ανυπέρβλητο Σμυρναίο ήταν και ο Γιώργος Κωνσταντόπουλος, σωστά;
«Όχι. Ο Γιώργος ήτανε στην Columbia, ο Σμυρναίος ήταν στο Polysound»
Σοβαρά; Κοίτα να δεις πάλι. Στο οπισθόφυλλο του εξωφύλλου του cd αναγράφεται ως ηχολήπτης…
«Κοίτα. Ο Κωνσταντόπουλος έχει κάνει τον Ακρίτα όλο, και ο Σμυρναίος έχει κάνει τον «Παν», και το «Της Ζωής μου η Πρώτη Σταλιά». Τον «Παν» δηλαδή που είναι μέσα στον Ακρίτα. Για αυτό ίσως. Δε θυμάμαι τι γράφει εκεί»
Μάλιστα. Και η ιδέα του να ονομαστεί ως “σουίτα χορού για κουαρτέτο και playback” πιανού ήτανε;
“Του Φέρρη”
Α, του Φέρρη. Και ως playback τι εννοούσε λοιπόν;;; Τη μπάντα που έπαιζε από πίσω;
«Θεωρούσε ότι η μπάντα που έπαιζε δεν ήτανε λάιβ, ότι είχαμε βάλει και αρκετά μέρη μετά. Κατάλαβες τι λέω; Ότι δηλαδή όταν παίξαμε, δεν ήταν τελικά ατόφιο αυτό που παίξαμε, αφού μετά κάναμε και ένα-δυο overdubs…»
Κατανοητό. Υπάρχει τώρα κάποια ιστορία πίσω από αυτό το μοναδικό εξώφυλλο του δίσκου που από ότι αναφέρεται εδώ επιμελήθηκε, η τέλος πάντων “σκαρφίστηκε” ο Κώστας;;;
“Ε, και εκεί είναι του Κώστα η όλη ιστορία. Αλλά πρόσεξέ με! Μη φανταστείς κολλητιλίκι και πατρονάρισμα! Μιλάμε τον ψάχναμε!!! Αλλά όποτε μα όποτε τον βρίσκαμε, έδινε άλλη μια Ιδέα. Άλλο αυτό. Δεν ήτανε δηλαδή όλο από κοντά και αυτό γιατί ο Κώστας είναι “τεμπέλαρος” μιλάμε. Πού τον βρίσκεις, πού τον χάνεις. … Μη γράψεις ότι είναι τεμπέλαρος (γελά)…»
Κάτι κάτι άλλο που θα ήθελα να διευκρινίσουμε γιατί το λέει στη Wikipedia στο λήμμα το δικό σου, στο Σταύρος Λογαρίδης, δεν ξέρω αν το έχεις δει ποτέ. Αναφέρει λοιπόν ότι αμέσως μετά από την ηχογράφηση του δίσκου, συνεργαστήκατε ως μπάντα, ζωντανά, με τα Μπουρμπούλια. Είναι αλήθεια αυτό;
«Ναι. Στο μαγαζί “Μαϊμού”. Στη “Μαϊμού” στην Πλάκα. Ναι. Για μια σεζόν. Με τον Ντάλλα, τον Τσιλογιάννη, και ποιος ήταν ο άλλος να δεις ρε Χρηστάρα….α, ναι και τον Δεληγιαννίδη. Παίζαμε στο ίδιο μαγαζί»
Ωραία. Αλλά ξέρεις τι άλλο λέει εδώ πέρα ρε συ; Ότι την εποχή εκείνη ηχογραφήθηκαν έξι τραγούδια στη Γερμανία με τον Παπαχρήστου, τον Τασούλη και τον Τσουπάκη…
«Ναι, αλλά ήταν στην Αγγλία αυτό»
Είδες λοιπόν γιατί σε ρωτώ;, Αν δε ρωτήσω εσένα, ποιον να ρωτήσω άλλωστε;;; Στη Γερμανία λέει εδώ. Και αργότερα λέει θα έρθει στο συγκρότημα και η Αριάδνη MacKinnon Andrew και ο Παπαδόπουλος με τους οποίους ταξιδέψατε στο Λονδίνο για να ηχογραφήσετε με τον Βαγγέλη Παπαθανασίου πέντε τραγούδια, τα οποία έχουν παραμείνει ακυκλοφόρητα μέχρι σήμερα!…
«Θα το κοιτάξω για τη Γερμανία… Γιατί και στη Γερμανία είχαμε κάνει δουλειά μα αυτό δε θυμάμαι να ήτανε εκεί! Θα μπω να το διορθώσω. Γιατί ο καθένας μπαίνει και γράφει ότι θέλει; Αυτό πώς γίνεται ρε γαμώτο;;;»
Κοίταξε να σου πω την αλήθεια δεν νομίζω να έχει ο καθένας πρόσβαση σε αυτή ρε γαμώτο. Δεν μπορεί να μην περνάει ένα φιλτράρισμα πληροφοριών, είναι δυνατόν;;;
«Δε ξέρω… Νομίζω ότι όποιος θέλει μπαίνει και προσθέτει ότι θέλει… Έχει κάνει και μια φίλη μου διόρθωση εκεί από ότι μου έχει πει. Κάνεις απλά ένα sign in, εγγράφεσαι, και προσθέτεις ότι θες…»
Σοβαρά; Κατάλαβα. Ε, αν θες, να μπεις να το διορθώσεις κάποια στιγμή… Όμως το κονέ με την MacKinnon αλήθεια πώς έγινε; Πώς τη γνωρίσατε δηλαδή;
«Το κονέ με την MacKinnon έγινε αφού από το ‘72 που τη γνώρισα ήταν γκόμενά μου τρία χρόνια, τέσσερα. Και φίλη μου. Οπότε την έφερα και στη μπάντα»

Γιάννης Πετρίδης, Andrew MacKinnon και Σταύρος Λογαρίδης
Μια χαρά. Και ο Παπαδόπουλος;
«Ο Γιάννης; Κοίτα να δεις, με το Γιάννη είναι τραγικό, δεν ξέρω αν το ξέρεις…»
Όχι, συγχώρα με, δεν ξέρω κάτι…
«Χρήστο μου, ο Γιάννης ήτανε από τα πιο genius τυπάκια που κυκλοφορούσανε τότε!… Ηλεκτρονικός. Κάτι σαν τον… πώς λεγόταν αυτός ο Έλληνας ο ηλεκτρονικός, ο μουρλός, που είχαν οι Beatles… Μάγδας; Μάρδας;…»
Αλέξης Μάρδας
«…Ε. Σαν τον Μάρδα ένα πράγμα, αλλά πολύ genius σου μιλάω και πολύ bright παιδί. Και έφτιαχνε κάτι ήχους τύπου Amon Dull… Και είχαμε πάρει και ένα VCS3 (σ.σ.: αναλογικό συνθεσάϊζερ της EMS) που είχανε και οι Pink Floyd, είχαν οι Who, είχα και εγώ ένα. Κάτι βαλιτσάκια ήτανε. Το είχαμε πάρει μαζί με το Λουκά (σ.σ.: Σιδερά) από την Αγγλία. Τέλος πάντων, αυτό το παιδί αυτοκτόνησε! Τότε. Εικοσιενός ετών, εικοσιδύο που ήτανε. Και ήτανε μια πολύ άσχημη στιγμή της ζωής μου… Γιατί αν ζούσε, θα είχε αλλάξει τον Ήχο πάρα πολύ!… Ήταν άλλος ένας Eno, πώς να στο πω;…»
Ναι, ένας Έλληνας Brian Eno, κατάλαβα! Ή άλλος ένας Robert Fripp αν θες. Άνθρωποι που άλλαξαν τον Ήχο ριζικά…
«Τέτοιο πράμα. Πολύ δυνατός σου λέω όμως!… Αλλά το ‘70!!! Με συχνότητες. Τα έφτιαχνε και μόνος του. Με κάτι γεννήτριες, κάτι πολύ περίεργα… Κάτι ήχους που υπάρχουν μέσα εδώ (σ.σ.: στο σημείο αυτό μου κάνει με το στόμα ήχους από συνθεσάιζερ). Και γενικώς στον ήχο, στην κονσόλα, του ήχου στην κονσόλα, ήτανε πολύ μπροστά. Αλλά… έφυγε το παιδί αυτό…»
…Τα ψυχολογικά… Τι να πεις… Και με αυτόν είχατε ταξιδέψει στο Λονδίνο και γράψατε με τον Βαγγέλη τα πέντε κομμάτια, τα πέντε τραγούδια;
«Ο Γιάννης δεν είχε έρθει μαζί μας τότε. Είχε έρθει η MacKinnon, o Δήμης, ο Τσουκάκης, εγώ…»
Ο Τασούλης;
«Όχι. Ήταν η MacKinnon. Ο Τασούλης δεν ξέρω τι είχε πάθει να πούμε… Κάτι. Κάτι… Δεν ξέρω τι είχε πάθει ο άνθρωπος, άρρωστος ήταν, μετά πέθανε, κάτι δεν πήγε καλά… Εξαφανίστηκε ο Άρης… Ή δε γούσταρε, ή απογοητεύτηκε, ή… Τον χάσαμε. Πέρασαν και τα χρόνια, πέρασαν τρία χρόνια ας πούμε…»
Κατάλαβα. Και αυτά τα πέντε κομμάτια που έχουν μείνει ακυκλοφόρητα; Είναι αλήθεια αυτό;
«Ναι, ναι. Αυτά βγήκαν και στη δίκη τότε που κάναμε με τον Βαγγέλη, ότι τα είχαμε αφήσει στο στούντιο του, δε τα έφερε ο άνθρωπος. Και ναι, έχουνε μείνει έτσι. Αλλά σου πω την αλήθεια…”
…Και δε θα κάνεις κάτι με αυτά δηλαδή;
«Δεν ξέρω που είναι αυτά. Κάτι ταινίες που έχω σπίτι , μπορεί ένα δέκα τοις εκατό να είναι εκεί μέσα»
Ρε συ, ήμαρτον, αυτά είναι κρυμμένος θησαυρός ρε συ…
«Δεν είναι και πολύ «θησαυρός», δεν ξέρω αν ήταν τόσο καλά!…»
(γελώ) Ειλικρινέστατος…
«…Δε ξέρω γιατί ήμουν σε ένα τρίπ πολύ… «Ακρίτας» τότε, και δεν κάθεται κάθε φορά αυτό που θες να κάνεις… Και με το Βαγγέλη δε τα είχαμε πάει και πάρα πολύ καλά… Γιατί έλειπε αρκετά από το στούντιο, δηλαδή δεν έκανε παραγωγή πολύ. Βαριότανε… Οπότε δεν ξέρω. Μπορεί βέβαια να τα ακούσω τώρα και να μου αρέσουν. Αλλά εκείνη την εποχή είχα λίγο αρνητικό feeling ας πούμε. Δεν τα πολυαγάπησα. Αλλιώς θα τα είχα, και ίσως να τα είχα κυκλοφορήσει»
Μάλιστα. Κατανοητό. Πες μου αν θες τώρα λοιπόν δυο λόγια για το “Άνθρωπε” που έκανες με τους Poll νωρίτερα…
«Κοίτα να δεις. Και στους Poll υπάρχει ένας που ήταν… ο Σπύρος που έπαιζε sitar. Την «έκανε» και αυτός. Βέβαια λίγο αργότερα από μένα. Αλλά όταν εγώ βρήκα τους Poll, ήμασταν εγώ, ο Σπύρος, οι δυο κοπέλες, η Νάνσυ και η Μαιρούλα, ο Robert, o Κώστας… Έξη άτομα. Μετά ήρθε ο Παπαϊωάννου, επτά. Πριν έρθει ο Παπαϊωάννου όμως τα κορίτσια φύγανε γιατί δεν μπορούσαν να δουλέψουν βράδυ. Δεν θέλανε να δουλέψουν βράδυ, κι ο Σπύρος έφυγε για άλλους λόγους. Έτσι έμεινα εγώ με τον Κώστα και τον Robert, πήραμε τον Παπαϊωάννου και αρχίσαμε να δουλεύουμε. Αλλά το original γκρουπ που κατά την γνώμη μου κακώς δε συνέχισε, ήταν αυτό που σου ‘πα…
Τώρα, στο “ταγάρι”, τη συνθετική γραμμή γενικώς την έδινε ο Κώστας. Εγώ δεν είχα το χρόνο να μαζέψω κομμάτια. Διότι όταν τους πρωτογνώρισα, μέσα σε λίγους μήνες μπήκαμε στο στούντιο. Άρα η συνθετική γραμμή και όλο το υλικό στο “χαρτί” και στην κιθάρα, ήταν του Κώστα. Ο ήχος των Poll τώρα, αυτό που ακούς δηλαδή, τα εξωτικά τα όργανα, τα όργανα των παιδιών, ο ήχος των κιθαρών, τα κρουστά, τα αρχ@#$ια μου τα μύδια μου, τα πολλαπλά φωνητικά, ήταν δικά μου. Ο Ήχος. Κατάλαβες τι λέω; Ο ζουράρης, ο τζουράρης, ο ένας, ο άλλος, κατάλαβες μωρέ τι σου λέω…»
Κατάλαβα, ναι, κατάλαβα. Ωραία, και για αυτή την μοναδική μορφολογία της πρώτης έκδοσης με το πανέμορφο ταγάρι, ποιον πρέπει να θεωρήσουμε υπεύθυνο;;;
«Κοίταξε, ήταν τόσο…αυθόρμητο, που δεν μπορείς να πεις ότι υπεύθυνος ήταν π.χ. αυτός. Ήταν συνδυασμός πραγμάτων δηλαδή. Για παράδειγμα το ότι ο Robert δε συμμετείχε ενεργά στο δημιουργικό, μπορεί να ήταν στην τελική και θετικό, αφού μπορεί να είχαμε μπερδέψει τα μπούτια μας εκεί και να μη μπορούσαμε να βγάλουμε μια απόφαση…κατάλαβες τι λέω;»
Κατάλαβα.
«Ήταν όλα πολύ ζυγισμένα. Από μόνα τους»
Ναι. Αντιλαμβάνομαι απόλυτα. Και μετά έχουμε βέβαια άλλο ένα σημαντικό σου έργο. Τον αποκαλούμενο «ασπρόμαυρο» δίσκο σου. Αυτόν με το ονοματεπώνυμό σου. Όπου παραγωγή έχει κάνει ο Γιάννης Πετρίδης…
«Ναι. Για την εποχή εκείνη, μα ακόμη και για τώρα (σ.σ.: θυμίζω, 2013 η συνέντευξη), Ο Ρασούλης, ο Φαληρέας, και μέσα παίζουν διάφοροι… Ο Τρανταλλίδης…είναι ιστορία ολόκληρη και αυτό…»
…Βέβαια! Μα τι λες τώρα; Να σε ρωτήσω κάτι λοιπόν που ανέκαθεν είχα απορία μιας που ανέφερες Τρανταλίδη. Είναι και ο (σ.σ.: θεόθεος) Φιλιππίδης εδώ στο μπάσο. Άρα μήπως δεν είναι τυχαίο λοιπόν αφού ήταν συνεργάτες σου εν έτει 1973, το ότι ονομάσανε αυτό το απίστευτα πρωτοποριακό για τη χώρα μας jazz/fusion σχήμα, τους Sphinx, με τον τεράστιο Μάρκο Αλεξίου στο πιάνο το 1979, επειδή εσύ πρώτος, στα πρώτα σου μουσικά βήματα είχες βαπτίσει το πρώτο σου συγκρότημα Sphinx;;;
«(γελά) Απίστευτο έτσι;»
Μα αυτό λέω! Για πες. Έχει να κάνει;
«Όχι»
Όχι, ε; Δηλαδή είναι μια απλή σύμπτωση. Απίστευτο, έτσι;
«Ναι!»
Νταξ… Τι να πω. Πάντως μπαντάρα οι Sphinx!…
«Ε, ναι ρε! Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί δεν τους παίζανε στα ραδιόφωνα, ή να τους έχουν πιο ζωντανούς… Σπρώχνουνε λίγο τη jazz, όσο θα μπορούσανε, αλλά αυτό τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια ας πούμε. Παρέα ήταν και αυτοί οι άνθρωποι, και γαμηθήκανε για το τίποτα…»
Ξέρω… Και μετά μπήκε και ο Λάκης ο Ζώης… Δε το συζητώ… Έχει γράψει Ιστορία αυτό το σχήμα!
«Ε, ναι! Και ο Μάρκος ο Αλεξίου… Τίποτα. Αυτοί είναι άνθρωποι που ΔΩΣΑΝΕ, δεν πήραν τίποτε πίσω, και δε μιλάνε κιόλας για αυτό!…»
Ξέρω!… Το ξέρω!… Και κάτι τελευταίο Σταύρο μου. Τη γνώμη σου, την προσωπική σου άποψη γιατί εγώ το θεωρώ πάρα πολύ αξιόλογο και ενδιαφέρον και αυτό το έργο. Για τα «Απέραντα Χωράφια» του Κώστα…
«Καταπληκτική δουλειά!»
Συμφωνείς λοιπόν. Είχες κάποια συμβολή και συ σε αυτό που ίσως δεν γνωρίζουμε ή το έκανε «ολομόναχος» χωρίς εσένα;…
«Η συμβολή μου ήταν που τον άφησα μόνο!!!»
(γελώ γοερά) Σωστό και αυτό! Πολύ χαίρομαι που το θεωρείς και συ ξεχωριστό…
«Ε, τι κουφοί είμαστε;;;»
Μόνο αυτό δεν είσαι! Να’σαι πάντα καλά.