
Οι Ex Silentio είναι το κορυφαίο ίσως συγκρότημα Παλαιάς Μουσικής στην Ελλάδα, έχοντας κυκλοφορήσει πέντε δίσκους μεσαιωνικής μουσικής. Ανάμεσα σε αυτούς ένας για τους Τροβαδούρους της Θεσσαλονίκης και ένα αφιέρωμα για τον Γκυγιώμ ντε Μασώ (Guillaume de Machaut), ρεπερτόριο που δεν είχε ποτέ ηχογραφηθεί στην Ελλάδα. Έτσι όταν μετά από δύο χρόνια λοκντάουν, ανακοινώθηκε η ζωντανή παρουσίαση του δίσκου “Μουσική της Αυλής των Λουζινιάν: Ο Μουσικός κώδικας της Κύπρου” στο Μέγαρο Μουσικής, ως λάτρεις της μεσαιωνικής μουσικής κανονίσαμε μια συνέντευξη με τον μουσικό διευθυντή του συγκροτήματος, Δημήτρη Κούντουρα.
Η συνέντευξη δόθηκε στην Πλατεία του Άγιου Θωμά, μια μέρα μετά την συμμετοχή του στο Φεστιβάλ Μουσικής Μπαρόκ Flora instrumentalis.
Συνέντευξη στον Γιώργο Πισσαλίδη*
Φωτογράφηση: Χρήστος Κισατζεκιάν
Για πείτε μας για την χθεσινή συναυλία στον “Παρνασσό”
Χθες ήταν μία συναυλία στα πλαίσια του Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής το οποίο ξεκίνησε στη Θεσσαλονίκη στο Μέγαρο Μουσικής εδώ και έξι χρόνια και για πρώτη φορά φέτος κατέβηκε στην Αθήνα.
Το Flora instrumentalis.
Ακριβώς, στα πλαίσια του 6ου Φεστιβάλ Μπαρόκ Μουσικής, μετά από πρόσκληση της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Μαζί με τους Ανδρέα Λινό (βιόλα ντα γκάμπα) και Πάνο Ηλιόπουλο (τσέμπαλο) παρουσιάσαμε ένα πρόγραμμα με θέμα την Αγγλία και τη Γαλλία του 17ου αιώνα, ενόργανη μουσική από λίγο γνωστούς συνθέτες, μεταξύ αυτών και κάποιοι πιο δημοφιλείς, όπως ο Χένρυ Πουρσέλ και ο Couperin, τονίζοντας τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα σε αυτές τις δύο χώρες με βασικούς άξονες χορευτικές φόρμες και άριες. Ρεπερτόριο σπάνιο και ενδιαφέρον γιατί ακριβώς από το μπαρόκ ακούμε συνήθως Μπάχ, Βιβάλντι, Χέντελ, Τέλεμαν κ.λπ.
Τώρα τι προβλέπει το πρόγραμμα;
Ετοιμάζω ένα σόλο CD με πολλά διαφορετικά είδη φλάουτου, αναγεννησιακά, μπαρόκ αλλά και παραδοσιακά, για την ίδια εταιρία που έχουμε ηχογραφήσει με το Εx Silentio, τη γερμανική Carpe Diem στο Βερολίνο. Προβλέπεται για την άνοιξη του 2023. Επιδιώκω να παρουσιάσω πολλά διαφορετικά όργανα το καθένα με το δικό του ηχόχρωμα, με κύριο άξονα τη μονωδία για φλάουτο. Φλάουτα με ράμφος, πλάγια φλάουτα, διπλά φλάουτα και διάφορα είδη φλάουτου από τα Βαλκάνια, από τη Μεσόγειο κ.λπ.
Εσείς πώς καταλήξατε να διαλέξετε το φλάουτο από παλιά;
Εγώ άρχισα από μικρός με πνευστά όργανα, με το φλάουτο με ράμφος και το πλάγιο φλάουτο. Ως φυσικό επακόλουθο ήταν και η ενασχόληση με την μπαρόκ μουσική, γιατί είναι η πιο χαρακτηριστική για τα όργανα αυτά. Είχα την τύχη να έχω την εμπειρία αυτή των ωδείων σε μία μεγάλη άνθηση την εποχή αυτή της δεκαετίας του 1980 και αρχές 1990 και έπειτα, μετά το σχολείο, στα 19 μου πήγα στην Ολλανδία και συνέχισα τις σπουδές στην παλιά μουσική.
Με τους Ex Silentio, πώς προέκυψε;
Με τους Ex Silentio είναι πλέον μία αρκετά μακριά ιστορία, έχουμε 20 χρόνια. Ήταν μία προσπάθεια από τη μία να αναδείξουμε την παλιά μουσική και από την άλλη να την αντιπαραβάλλουμε με παραδοσιακές μουσικές της Μεσογείου. Αυτή η αντιπαραβολή των δύο μουσικών κατευθύνσεων ήταν ένας κεντρικός άξονας της δουλειάς μας αν και όχι ο μοναδικός. Συχνά παρουσιάζουμε αφιερώματα ιστορικού ενδιαφέροντος (Στο φθινόπωρο του Βυζαντίου, CD 2010) ή πορτρέτα διαφόρων συνθετών. Ένας βασικός άξονας κινείται ανάμεσα στη μεσογειακή μουσική και στην παλαιά μουσική της νότιας Ευρώπης, μουσική από την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία κ.λπ.
Αυτό μου θυμίζει πάντα τον Ζορντί Σαβάλ.
Φυσικά, ο Σαβάλ (Jordi Savall) υπήρξε πάντα πρωτοπόρος σε αυτό το χώρο και η αλήθεια είναι ότι πολύ νωρίς, πέρα από το πιο χαρακτηριστικό ρεπερτόριο της παλαιάς μουσικής επιχείρησε την εποχή εκείνη να αντιπαραβάλλει δύο μουσικούς κόσμους πολύ σημαντικούς ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση.
Είχε κάνει και τον δίσκο με μουσική του Δημήτρη Καντεμίρη
Βεβαίως. Είχε ασχοληθεί με μουσική από πιο μακρινές κουλτούρες, όπως από τη Λατινική Αμερική. Τόλμησε να αντιπαραβάλλει, συχνά πολύ επιτυχημένα, τις μουσικές αυτές παραδόσεις.
Εσείς όταν ξεκινήσατε το 1980-1990, η παλαιά μουσική στην Ελλάδα πώς ήταν;
Η παλαιά μουσική ποτέ δεν ήταν πολύ δημοφιλής στην Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο κερδίζει έδαφος. Πρόσφατα μάλιστα είχα μία ενδιαφέρουσα εμπειρία, βρήκα τα προγράμματα της Εταιρίας της Τέχνης στη Θεσσαλονίκη όπου κατά τη δεκαετία του 1970 και του 1980 είχε ένα σύνολο παλαιάς μουσικής. Αυτή ήταν μία ερασιτεχνική αλλά ενδιαφέρουσα ενασχόληση με την παλαιά μουσική συχνά μάλιστα με σπάνιες επιλογές ρεπερτορίου.
Έπειτα, διάφοροι έλληνες καλλιτέχνες όπως η Σαββίνα Γιαννάτου ασχολήθηκε εν μέρει και με την παλαιά μουσική, ενώ ο σπουδαίος διεθνούς φήμης κόντρα-τενόρος Άρης Χριστοφέλλης άφησε σημαντική και πρωτοποριακή δισκογραφία, (ηχογράφησε πολλές σημαντικές άριες από μπαρόκ όπερες καθώς και το ρεπερτόριο των καστράτων τραγουδιστών του 18ου αι. για την EMI). Υπήρξαν διάφοροι άλλοι αξιόλογοι μουσικοί από τη δεκαετία του ‘90 οι οποίοι ασχολήθηκαν σοβαρά με τη μουσική αυτή.
Εμείς είμαστε μία καινούρια γενιά μουσικών η οποία είναι αφιερωμένη αποκλειστικά στη μουσική αυτή. Δεν είμαστε μουσικοί της κλασικής-ορχηστρικής μουσικής που κάνουμε παράλληλα και παλαιά μουσική, είμαστε αποκλειστικά στη μουσική αυτή, το οποίο φυσικά με τα χρόνια δικαιολογείται και από τις πιο εξειδικευμένες σπουδές που υπάρχουν. Εγώ σπούδασα στην Ολλανδία στα μέσα του 1990 που ακόμα η παλαιά μουσική και υπήρχε και μία, εάν θέλετε, στρατευμένη κατεύθυνση προς την παλαιά μουσική, ότι ή κάνει κανείς παλαιά μουσική ή κάνει κλασική. Αυτό άλλαξε αρκετά στις μέρες μας καθώς υπάρχουν προφίλ μουσικών πολύ διαφορετικά μεταξύ τους και εξίσου ενδιαφέροντα.
Σε ό,τι αφορά την τάση για αυθεντικότητα υπάρχει μια γραμμή που θέλει την κατά το δυνατό «αυθεντική ερμηνεία» όπου ο όρος αυτός τις τελευταίες δεκαετίες προσαρμόστηκε σε «ιστορικά ενημερωμένη ερμηνεία». Στις μέρες μας υπάρχουν πολλές διαφορετικές τάσεις ενώ η ερμηνεία σε όργανα εποχής αποκτά διαρκώς νέες προεκτάσεις και εμπλουτίζεται.
Στο Μεσαίωνα τι σας τραβά και κάνετε όλους αυτούς τους δίσκους;
Ο Μεσαίωνας είναι μία παρεξηγημένη και λίγο γνωστή εποχή, μουσικά τουλάχιστον. Μιλάμε για έναν τρομακτικό πλούτο μουσικό, θεματικό και ποιητικό που σε πολλές περιπτώσεις, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, δεν έχει ανακαλυφθεί πλήρως. Η μουσική της εποχής εκείνης εκφράζει, όπως και άλλωστε η μουσική της κάθε εποχής, τη κοσμοθεωρία και την αισθητική των καιρών της. Το ενδιαφέρον είναι για εμάς να μεταδώσουμε στο σημερινό κοινό τη μουσική αυτή και να καταφέρει να «μιλήσουν» στο σημερινό ακροατήριο έργα γραμμένα 700 χρόνια πριν.
Τώρα, σε ό,τι αφορά τον δίσκο μας για το μεσαιωνικό χειρόγραφο της Κύπρου «Μουσική στην αυλή των Λουζινιάν», αποτελεί και διασκέδαση και κληρονομιά. Αυτός ο δίσκος καθρεπτίζει την πολυφωνική κληρονομιά της Μεσαιωνικής Κύπρου που σχετίζεται με τη Λουζινιάν, την οικογένεια των Γάλλων βασιλιάδων, που διοικούσαν το νησί μέχρι την Ενετοκρατία.
Αυτός ήταν ένας πρώτος δίσκος και ενδέχεται να επακολουθήσει και άλλος στο μέλλον. Η συλλογή αυτή περιλαμβάνει 334 έργα θρησκευτικής και κοσμικής μουσικής. Με το χειρόγραφο αυτό ασχοληθήκαμε αρκετά τα τελευταία χρόνια και κάναμε μια επιλογή από κοσμικά έργα του κώδικα
Ο δίσκος κυκλοφορεί από την “Νεφέλη”, η οποία κυκλοφόρησε και το CD και βιβλίο “Μουσική των Τροβαδούρων του Λατινικού Βασιλείου της Θεσσαλονίκης” Αποτελεί κατά κάποιο μέρος συνέχεια γιατί αφορά την Λατινοκρατία, αφορά την Δυτική Μεσαιωνική μουσική στην ελληνική επικράτεια.
Είχαμε την χαρά να τον παρουσιάσουμε τον Κώδικα στην Κύπρο σε τρεις συναυλίες λίγο πριν την πανδημία, το 2019. στο Λεβέντειο, το Δημοτικό Μουσείο της Λευκωσίας, αλλά και σε ένα παρεκκλήσι στα Πυργά που ήταν της εποχής εκείνης, που ήταν μία πολύ ωραία εμπειρία.

Οι Ex Silentio στην πρωτη παρουσίαση του δίσκου “Μουσική από την Αυλή των Λουζινιάν” στο Λεβέντειο μουσείο της Λευκωσίας το
2019
Οι Κύπριοι πως τον βλέπουν;
Τους ενδιαφέρει πολύ, αλλά δεν γνώριζαν το ρεπερτόριο αυτό. Στην Κύπρο δεν υπάρχει ακόμα ενδιαφέρον για την παλαιά μουσική. Όμως είναι ένα πεδίο στο οποίο πιστεύω ότι θα υπάρξει περισσότερο ενδιαφέρον, υπάρχουν νέοι μουσικοί στην Κύπρο που σιγά-σιγά αρχίζουν να ενδιαφέρονται για αυτό το πεδίο, αλλά θέλει χρόνο ακόμα.
Πείτε μας το πώς έγινε η όλη ηχογράφηση. Καταρχήν πώς έρχεται στα χέρια σας το υλικό.
Το υλικό αυτό υπάρχει σε σύγχρονες εκδόσεις, υπάρχει και σε facsimile έκδοση, κάποιες μεταγραφές τις έκανα εγώ, κάποιες μεταγραφές τις έχουμε από σύγχρονη κριτική έκδοση. Δεν είναι τόσο σπάνιο να βρεις το υλικό αυτό, αλλά δεν έχει ενδιαφερθεί πολύς κόσμος, ενδεχομένως επειδή δεν είναι έργα γνωστών συνθετών. Πολλά σύνολα παλαιάς μουσικής θέλουν να ερμηνεύσουν τους γνωστούς συνθέτες της εποχής οπότε τα έργα ανώνυμων συνθετών ενδιαφέρουν λιγότερο.
Από εκεί και πέρα, η ηχογράφηση έγινε το 2020 ανάμεσα στα “λόκντάουν”. Ήταν μία περίοδος που καταφέραμε να ηχογραφήσουμε σε πολύ αυστηρά μέτρα COVID. Η ηχογράφηση έγινε στο “φουαγιέ” του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και ηχογραφήσαμε τέσσερις ημέρες συνεχόμενες, αποκομμένοι από τον κόσμο μαζί με τους εξαιρετικούς συναδέλφους, τη Φανή Αντωνέλου στο τραγούδι, την Ηλέκτρα Μηλιάδου στη βιέλα, την Φλώρα Παπαδοπούλου στη γοτθική άρπα και τον Νίκο Βαρελά στα κρουστά.

ι Ex Silentio στην ηχογράφηση του δίσκου για τον Μουσικό Κώδικα της Κύπρου της εποχής των Λουζινιάν στο Αριστοτέλειο
Πανεπιστήμιο τον Σεπτέμβριο του 2020.
Είχατε πεί στην διάλεξη ότι σας έστειλαν τον κώδικα. Για πείτε μας σχετικά.
Τον έστειλαν στο Λεβέντειο Μουσείο στα πλαίσια της έκθεσης για τη Μεσαιωνική Λευκωσία. Έστειλαν τον κώδικα από την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη του Τορίνου ως ένα πολύ πολύτιμο έγγραφο, είχε τη δική του θέση στο αεροπλάνο, το είχαν σε ειδικό βαλιτσάκι, το έφεραν και το εγκατέστησαν και ήρθαν και το πήραν μετά που τελείωσε η έκθεση, δέκα μήνες μετά.
Αυτός ο κώδικας δηλαδή πότε και πώς δημιουργήθηκε;
Χρονολογείται ανάμεσα στο 1415 και το 1435 περίπου. Όπως και κάθε κώδικας της εποχής ήταν ένα πολυτελές χειρόγραφο, ήταν πολύ ακριβό εγχείρημα να κάνει κανείς μία συλλογή μουσικής. Χρειαζόταν κάποιον ειδικό στην καλλιγραφία, κάποιον που να γνωρίζει μουσική σημειογραφία που δεν ήταν πάρα πολλοί εκείνη την εποχή, και κάποιον μικρογράφο. Ήταν μια ολόκληρη ομάδα από ειδικούς που συνεργάστηκαν για την περάτωση του χειρόγραφου αυτού. Αποτέλεσε μέρος της προίκας της Άννας των Λουζινιάν για το γάμο της με τον πρίγκιπα της Σαβοΐας. Οπότε ο κώδικας αυτός ταξίδεψε μαζί της από την Κύπρο στην Ιταλία, στη Σαβοΐα όπου και έγιναν οι γάμοι. Αυτή είναι η ιστορία της συλλογής αυτής η οποία περιλαμβάνει αναφορές σε τοπωνύμια της εποχής και στη Λευκωσία.
Δηλαδή αναφέρεται μέσα και η Λευκωσία;
Ναι, αναφέρεται. Και ο Άγιος Ιλαρίωνας φυσικά που ήταν σημαντικός άγιος του νησιού και η Αγία Άννα που ήταν φυσικά η Άννα των Λουζινιάν και ταυτόχρονα η Αγία Άννα της Κύπρου. Οπότε αυτός ο κώδικας ουσιαστικά μας δίνει μία πολύ ενδιαφέρουσα εικόνα για τη μουσική ζωή της αυλής, τη μουσική αυλή της Λευκωσίας που κατά τα φαινόμενα καλλιεργούνταν μία ιδιαίτερα περίτεχνη, υψηλής ποιότητας μουσική που όμοιά της ήταν μόνο αυτή του Παρισιού και της Αβινιόν.
Η μουσική αυτή πώς περιγράφεται; Δηλαδή σε τι στυλ είναι;
Η μουσική αυτή είναι στο ύφος της γαλλική πολυφωνικής μουσικής στα τέλη του 14ου αιώνα που είναι γνωστή ως Ars Subilitor. Πρόκειται για μία πολύ περίτεχνη, ρυθμικά περίπλοκη πολυφωνία.
Αυτά ήταν τραγούδια τα οποία γράφονταν στην Κύπρο ή ήταν τραγούδια που γράφονταν στη Γαλλία;
Αυτό δεν μπορούμε να το ξέρουμε. Σε γενικές γραμμές η ομάδα αυτή των αυλικών μουσικών που τους γνωρίζουμε, όπως ανέφερα και προχθές, από το χρονικό του Μαχαιρά, ενδέχεται να έγραψαν και να έπαιζαν αυτή το ρεπερτόριο. Ενδέχεται να υπήρχαν και πιο παλιά έργα και να ενσωματώθηκαν σε αυτή τη συλλογή.
Εγώ έχω μία απορία. Όλη αυτή ήταν η περίοδος των σταυροφοριών, εγώ νιώθω ένα ανακάτεμα ιδεών ακόμα και με τους, ας πούμε, εχθρούς. Υπήρχε επίδραση τότε από αραβικές μουσικές ή μουσικές της Μεσογείου ή ήταν εμείς παίζουμε αυτό που παίζουμε στη Γαλλία, εμείς είμαστε Ισπανοί, παίζουμε τα ισπανικά;
Στην Ισπανία σίγουρα συνυπήρχαν για πολλούς αιώνες και κατά περιπτώσεις πολύ αρμονικά οι Εβραίοι με τους Χριστιανούς και τους Μουσουλμάνους. Στις Cantigas de Santa Maria που είναι του 13ου αιώνα έχουμε αυτές τις περιβόητες, υπέροχες αναπαραστάσεις με όργανα και μουσικούς των τριών αυτών θρησκειών. Καθαρά μουσικά τι αλληλεπιδράσεις υπήρχαν είναι πάρα πολύ δύσκολο να πούμε, γιατί μας λείπει το στοιχείο της «περφόμανς» της εποχής, δηλαδή το πώς έπαιζαν τη μουσική. Δεν υφίσταται παλαιά μουσική, τη μουσική τη ζωντανεύουμε τώρα ξανά. Υπάρχει λοιπόν το κείμενο και η εκτέλεση-η ερμηνεία του.
Όταν λέτε κείμενο;
Το μουσικό κείμενο, η παρτιτούρα. Πράγμα φυσικά πολύ σημαντικό το γεγονός ότι έχει σωθεί τόση μουσική από παλαιότερες εποχές. Όμως πρέπει να σκεφτούμε ότι η εκτέλεση είναι η μουσική και όχι η γραφή.
Εννοείτε ότι υπάρχει αυτό που θα έλεγαν κάποιοι, υπάρχει ή δεν υπάρχει αυτοσχεδιασμός στην κλασική;
Αυτοσχεδιασμός υπήρξε μέχρι τη μουσική Μπαρόκ σε σημαντικό βαθμό. Οι μουσικοί τότε ήταν συνθέτες-ερμηνευτές-αυτοσχεδιαστές. Μέχρι και την περίοδο του Μπαρόκ υπήρξε αυτός ο τριπλός ρόλος του μουσικού που σιγά σιγά χάθηκε.
Στη δεκαετία του 1960 πάρα πολλοί σημαντικοί μουσικοί της παλαιάς μουσικής στην Ευρώπη, προκειμένου να αναπαράγουν ή να προσπαθήσουν να προσεγγίσουν τη μεσαιωνική μουσική, πήγαν προς αραβικές παραδόσεις, βορειοαφρικανικές παραδόσεις. Θεωρούσαν ότι αυτό είναι πιο κοντινό στο Μεσαίωνα από ό,τι οτιδήποτε άλλο στη δυτική κουλτούρα. Το οποίο έχει μία βάση σίγουρα, γιατί σε αυτές τις παραδόσεις έχεις μία συνέχεια καταρχήν που υπήρχε εδώ και εκατοντάδες χρόνια για το πώς τραγουδούσαν ένα κομμάτι, ένα είδος μουσικής κ.λπ., ας πούμε Aραβο-ανδαλουσιανή παράδοση. Από την άλλη, παραμένει μία εικασία, δεν μπορούμε να ξέρουμε ότι σίγουρα έτσι ήταν.
Εσείς πιστεύετε ότι είναι πιο εύκολο να ακούσει κανείς παλαιά μουσική από το να ακούσει κλασική μουσική;
Εγώ πιστεύω ότι στο ελληνικό κοινό ενδέχεται να είναι πιο εύκολο να μιλήσει ένα μεσαιωνικό τραγούδι, περισσότερο παρά οι συμφωνίες του Μπρούκνερ.
Τι πιστεύετε ότι το δικαιολογεί αυτό;
Είναι σε πιο γήινο μέγεθος η μουσική αυτή. Σε επίπεδο έντασης, έκτασης τη φωνής και υφής ακόμα. Υπάρχει η χαρακτηριστική έμφαση σε χορευτικές φόρμες και τραγούδια.
Αυτά τα στοιχεία υπήρχαν πάντα, όμως ενδεχομένως στην έντεχνη κλασική λόγια παράδοση σιγά-σιγά να έφθιναν. Αν και όχι τελείως, έχουμε και στο Schubert και σε άλλους ρομαντικούς συνθέτες χορούς της εποχής και τραγούδια. Δεν έφυγε ποτέ τελείως αυτή η παράδοση, αλλά στην παλαιότερη μουσική είναι σίγουρα πιο εμφανή.
Σε κάποιον που ασχολείται έστω και εξ ελαφρών ονύχων με την κλασική μουσική η ακόμα και σε κάποιον που δεν ασχολείται, ο κώδικας σήμερα τι θα έλεγε;
Ο κώδικας του Τορίνου; Έχει να κάνει και με το πόσο ανοιχτός είναι κανείς σε ένα άκουσμα. Δηλαδή πιστεύω ότι για κάποιον που δεν γνωρίζει τη μουσική του Μεσαίωνα την πρώτη φορά μπορεί να είναι ένα σοκ ενός πολύ απόκοσμου ακούσματος μιας αρκετά σκοτεινής και μελαγχολικής μουσικής.
Ο Μεσαίωνας τις τελευταίες δεκαετίες έχει εμπνεύσει πολλά συγκροτήματα, ανάμεσά τους οι Dead Can Dance και οι Faun. Εσείς πώς το βλέπετε;
Εγώ το βλέπω με ενδιαφέρον, γιατί με μία κοινή αφετηρία που είναι αυτή της μεσαιωνικής μουσικής και αισθητικής, εμπνέονται πολύ διαφορετικά συγκροτήματα και διαφορετικοί καλλιτέχνες και συχνά παράγουν πάρα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Προσωπικά θυμάμαι μία πολύ ιδιαίτερη, μακρινή και τρυφερή ανάμνηση, το σήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης ήταν το περιβόητο Saltarello από τους Dead Can Dance. Χρόνια μετά προσέγγισα αυτή τη μουσική από μία, τολμώ να πω, πιο ακαδημαϊκή μεριά με όργανα της εποχής. Οπότε αυτού του είδους ο κοινός άξονας του Μεσαίωνα που εμπνέει και τους πιο, να το πω έτσι, ακαδημαϊκούς μουσικούς κύκλους και τους πιο διαφορετικούς, εναλλακτικούς κ.λπ., βρίσκω ότι έχει πολύ ενδιαφέρον.
* Ο Γιώργος Πισσαλίδης έχει υπάρξει ανάμεσα σε άλλα συνεργάτης των μουσικών περιοδικών “Ποπ& Ροκ”, “Οζ”, “Δίφωνο” “Jazz & Tζαζ” , καθώς και της “βίβλου του έθνικ” Folk Roots (μετέπειτα fROOTS), ενώ έχει συν-συγγραψει το κεφάλαιο για την ελληνική μουσική στις τελευταίες 4 εκδόσεις (1994-2009) του “έθνικ” οδηγού The Rough Guide to World Music και έχει επιμεληθεί τον αντίστοιχο δίσκο The Rough Guide to Music of Greece (Music Network, 2001).
H συνέντευξη έγινε στο Epoca Cafe (Παπαδιαμαντοπούλου 118, Γουδί) το οποίο ευχαριστούμε για την φιλοξενία