του Τηλέμαχου Χορμοβίτη
Κάθε βράδυ επί τρεις εβδομάδες, τα 40 επεισόδια του “The Crown” μου κράτησαν πολύ καλή συντροφιά. Χωρίς αμφιβολία πρόκειται για μια ιδιαίτερα προσεγμένη σειρά, άψογα σκηνοθετημένη, με ωραία πλάνα, με πλοκή που σου κρατάει συνεχώς το ενδιαφέρον και με πολύ καλές ερμηνείες ιδιαίτερα στους δυο πρώτους κύκλους. Εξαίρεση η Ολίβια Κόλμαν, η οποία σε αντίθεση με την Κλαίρ Φόυ των δύο πρώτων κύκλων δεν με πείθει καθόλου.
Στο ιδεολογικό πεδίο, στα συν της σειράς για εμάς τα δεξιόστροφα αγόρια είναι η ξεκάθαρη υπεράσπιση της μοναρχίας και ότι, ιδίως στους τρεις πρώτους κύκλους, δεν ακολουθεί το αγαπημένο κλισέ του 90% των ταινιών και τηλεοπτικών σειρών σήμερα που είναι το “καλοί προοδευτικοί-κακοί συντηρητικοί”. Εκεί, όμως, που μου τα χάλασε η σειρά ήταν στον τέταρτο κύκλο, όταν ασχολήθηκε με την πρωθυπουργία της Μάργκαρετ Θάτσερ.
Πρώτα απ’ όλα, να ξεκαθαρίσω πως δεν με ενθουσίασε η πολυδιαφημισμένη ερμηνεία της Γκίλιαν Άντερσον (θα προτιμήσω την Μέρυλ Στρηπ). Η ηθοποιός τόνιζε τόσο πολύ τις κινήσεις, την ομιλία και τους μανιερισμούς της Θάτσερ, που καταντούσε καρικατούρα. Κατά τ’ άλλα, η σειρά δίνει έμφαση στο δυναμισμό της Θάτσερ και στις δυσκολίες που αντιμετώπισε ως γυναίκα για να φτάσει στην κορυφή (αγαπημένο θέμα στην εποχή του #ΜeToo ).
Όταν όμως ασχολείται με την ουσία των πολιτικών της η εχθρότητα απέναντι της είναι έκδηλη. Για τον σεναριογράφο του “The Crown”, η θητεία της Θάτσερ είχε μόνο προβλήματα για τα οποία φυσικά ήταν υπεύθυνη η ίδια : φτώχεια, ανεργία, τρομοκρατία, διαδηλώσεις, απεργίες. Και όλα αυτά σε ένα μονίμως βροχερό και σκοτεινό φόντο, σαν να βλέπεις μίζερη ’80s ταινία του σοσιαλιστή σκηνοθέτη Κεν Λόουτς.
Για τη σειρά, οι επιτυχίες της πρωθυπουργίας της και η εντυπωσιακή οικονομική ανάκαμψη που σημειώθηκε μετά το 1985, απλά δεν υπάρχουν. Κάποιος που δεν έχει ασχοληθεί με τα έργα και τις ημέρες της Σιδηράς Κυρίας, αν βασιστεί μόνο στο “The Crown” θα αναρωτηθεί εύλογα πώς είναι δυνατόν αυτή η γυναίκα να κέρδισε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις και να έγινε η μακροβιότερη Βρετανίδα πρωθυπουργός του 20ου αιώνα, όταν τα πράγματα στην χώρα της πήγαιναν τόσο, μα τόσο χάλια!
Επίσης, η σειρά δίνει έμφαση στη σύγκρουση μεταξύ της Θάτσερ και της Βασίλισσας και στη διαφορετική κοσμοθεωρία που είχαν οι δυο γυναίκες. (υπέρ του φιλελεύθερου ανταγωνιστικού καπιταλισμού η Θάτσερ, υπέρ ενός πιο “συμπονετικού” συντηρητισμού η Ελισάβετ). Η έμφαση σε αυτές τις αντίθεσεις είναι, φυσικά, εύλογη από δραματουργικής απόψης και μας χάρισε κάποιες από τις πιο ενδιαφέρουσες σκηνές της σειράς (catfights με βρετανικό φλέγμα) αλλά ιστορικά είναι αμφίβολο αν υπήρξε αυτή η σύγκρουση και μάλιστα με τέτοια ένταση.
Η Βασίλισσα Eλισάβετ ήξερε πολύ καλά τα συνταγματικά όρια του αξιώματός της και δεν θα μιλούσε ποτέ στην πρωθυπουργό της με το ειρωνικό και συχνά αγενές ύφος που μιλάει η Κόλμαν στην Άντερσον. Επίσης, η Θάτσερ έτρεφε τεράστιο σεβασμό προς το θεσμό της μοναρχίας και ποτέ δεν θα ήταν τόσο επιθετική έναντι της Βασίλισσας. Εξάλλου, η εκτίμηση που έτρεφε η Ελισάβετ προς τη Σιδηρά Κυρία φαίνεται και από το γεγονός πως, μετά την παραίτησή της, η Βασίλισσα παραβρέθηκε στις δεξιώσεις που έκανε η Θάτσερ για τα εβδομηκοστά και τα ογδοηκοστά γενέθλια της (σπάνια τιμή για πρωθυπουργό) αλλά και στην κηδεία της (η πρώτη φορά που παραβρέθηκε σε κηδεία πρωθυπουργού της μετά από αυτή του Ουίνστον Τσώρτσιλ).
Τέλος, επειδή άνθρωπος είμαι και εγώ κι έχω τα κολλήματα μου, ένα ακόμη μείον του 4ου κύκλου είναι η αγιοποίηση της νευρωτικής και ασήμαντης Νταϊανας, η οποία, φυσικά, παρουσιάζεται σαν το αθώο θύμα στη σχέση της με τον Κάρολο.
Συνοψίζοντας, πρόκειται για μια πολύ καλή σειρά και ειδικά αν είστε junkies της ιστορίας θα σας συναρπάσει αλλά, για μια ακόμη φορά, η βιομηχανία της διασκέδασης δεν μπόρεσε να ξεφύγει εντελώς από τις αριστερόστροφες προκαταλήψεις της. (τρέμω για τον τρόπο που θα παρουσιάσουν το Brexit!)