του Γιώργου Πισσαλίδη
Μετά τη θριαμβευτική εμφάνισή τους στο Release Athens 2022, όπου είχαμε την τύχη να απολαύσουμε ολόκληρο το αξεπέραστο “Somewhere Far Beyond”, οι Blind Guardian επιστρέφουν στο πλαίσιο της The God Machine Tour 2023, για να παρουσιάσουν τον αριστουργηματικό νέο δίσκο τους, μαζί με τα όλα τα κλασικά τους τραγούδια.
Έτσι στις 6 και 7 Οκτωβρίου θα παίξουν στο καινούργιο χώρο Floyd (Πειραιώς 117) με την τελευταία να είναι ήδη sold out ενώ στις 8 Οκτωβρίου οι Γερμανοί power metallers θα παίξουν στο Principal Club του Μύλου (Aνδρέα Γεωργίου 56) στην Θεσσαλονίκη
Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στην καρριέρα του γερμανικού συγκροτήματος που έγινε θεσμός στους κύκλους του power, του progressive και του neoclassical metal, συνδυάζοντας εκπληκτική δεξιοτεχνία και στίχους επηρεασμένους από τους κόσμους του φανταστικού.
Oι Blind Guardian αναδύθηκαν από την Δυτική Γερμανία της δεκαετίας του 80 με μέλη τους Hansi Kürsch (Χάνσι Κούρς τραγούδι, μπάσσο) Marcus Siepen (Μάρκους Σιέπενα, ρυθμική κιθάρα), André Olbrich (Αντρέ Ώλμπριτζ , ληντ κιθάρα) και Thomas Stauch (Tόμας Στάουχ, ντραμς) και αρχικά ονομαζόταν Lucifer’s Heritage.
Όταν όμως υπέγραψαν με την No Remorse, θέλοντας να αποφύγουν διασυνδέσεις με τον Σατανισμό (αλλά και το black metal) μετονομάσθηκαν σε Blind Guardian με το καινούργιο όνομα να παραπέμπει στο άλμπουμ Awakening the Guardian των Fates Warning
Tα δύο πρώτα τους άλμπουμς Batallion of Fear (1988) , εμπνευσμένο από τον Τόλκιν και Follow The Blind (1989) έπαιζαν ένα κράμα από speed kai thrash metal επιρροές.. Όμως το τρίτο άλμπουμ Tales from the Twilight World (1990) ήταν πιο μελωδικό και πιο επικό με χρήση χορωδίας και φανερές τις επιρροές από την κλασσική μουσική.
Έκτοτε οι Blind Guardian εξελίχθηκαν σε ένα από τα τέσσερα κορυφαία συγκροτήματα του είδους μαζί με τους Halloween, τους Sabaton και τους DragonForce . Οι δε στίχοι γράφονται αποκλειστικά από τον Χάνσι Κιούρς, ο οποίος εμπνέεται από το έργο του Στήβεν Κινγκ , από συγγραφείς ηρωϊκής φαντασίας όπως ο Τζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν, ο Τζ.Ρ.Ρ. Μάρτιν, ο Ρόμπερτ Τζόρνταν και ο Μάικλ Μούρκοκ, καθώς και διάφορους παραδοσιακούς θρύλους.
Το “Somewhere Far Beyond ” (1992) ήταν εκείνο που τους χάρισε τον τίτλο των “Βάρδων” ενώ είχε όλα τα χαρακτηριστικού άλμπουμ των Blind Guardian: ιστορίες εμπνευσμένες από τον Στήβεν Κινγκ και τον Τόλκιν, γρήγορα σόλο του κόντρα μπάσου, μελωδικά φωνητικά και κουπλέ που μπορούσαν να τραγουδηθούν από το κοινό στην διάρκεια των συναυλιών.
Από το 1995 μέχρι το 1998 συνεργάσθηκαν με τον παραγωγό των Metallica, Φλέμμινγκ Ράσμούσεν (Flemming Rassmussen) μια συνεργασία που μας ε΄δωσε δύο από τα καλύτερα άλμπουμς τους. Το Imaginary from the Other Side ισορροπεί ανάμεσα στο επικό και νεο-κλασσικό στυλ και ρυθμούς power metal.
Το Nightfall in Middle-Earth, το οποίο θεωρείται το καλύτερο άλμπουμ τους εμπνευσμένο από το “Σιλμαρίλλιον” του Τόλκιν και επιρροές από το “προγκρέσιβ ροκ” και τους Queen και με χρήση μουσικών οργάνων της φολκ μουσικής, βιολιών και φλάουτων. Σε αυτό το άλμπουμ ήταν επηρεασμένοι από τους Jethro Tull όσο αφορά τις φολκ επιρροές.
Το “ Α Night at the Opera” (2002) , άλλο ένα από τα αριστουργήματα τους, ήταν εμπνευσμένο από το άλμπουμ των Queen και εδώ οι Blind Guardian απομακρυνόταν από τις speed metal επιρροές και στρεφόταν προς το “προγκρέσιβ μέταλ” η και συμφωνικό μέταλ, κάτι όμως που θα απογοήτευε πολλούς οπαδούς. Ενώ το 2005 θα έκανε τον Τόμας Στάουχ να εγκαταλείψει την μπαντα για μουσικές διαφορές και να αντικατασταθεί από τον Φρήντιχ Έμκε (Frederick Ehmke).
Ως απάντηση σε όλα αυτά οι Blind Guardian κυκλοφόρησαν το “A Twist in the Myth” (2006) που ισορροπούσε ανάμεσα στο συμφωνικό στυλ και το power metal των παλιών δίσκων τους, ενώ ήταν εμπνευσμένο από την σειρά βιβλίων “Ο Μαύρος Πύργος” του Στήβεν Κίνγκ και την “Κόλαση” του Δάντη.
Ακολούθησαν το At the Edge of Time, το Memories of A Time to Come, μια συλλογή από επανεκτελέσεις και ρεμίξ παλιών κομματιών και το Beyond the Red Mirror, ένα κόνσεπτ άλμπουμ που ήταν η συνέχεια στο Imaginations from the Other Side.
O πιο φιλόδοξος όμως δίσκος τους ήταν το “Legacy of the Dark Lands” όπου εκπληρώνουν το όνειρο τους να συνεργασθούν με ορχήστρα κλασσικής μουσικής και πιο συγκεκριμένα με την Prague Philarmonic Orchestra με τον Χανς Κούρς να είναι το μόνο άτομο από τους Blind Guardian που συμμετέχει στον δίσκο. Για αυτό και ο δίσκος αποδίδεται στην Blind Guardian Twilight Orchestra.
Πρόκειται για ένα κόνσεπτ άλμπουμ που βασίζεται σε μια ιστορία του μεγάλου συγγραφέα φαντασίας Μάρκους Χέιτζ και αναφέρεται στις προσπάθεια της Αίηνλιν Κέην (κόρη του Σόλομον Κέην, χαρακτήρα που δημιούργησε ο Ρόμπερτ Χάουαρντ) που το 1629, στην διάρκεια του Τριαντακονταετούς Πολέμου ταξιδεύει στο Αμβούργο για να βρει την κληρονομιά του πατέρα της.
Όσο για το Legacy of Dark Lands όπως γράφει ο Angry Metal Guy “είναι ένα μνημειώδες επίτευγμα όσο αφορά την χρήση ορχήστρας και παραγωγής. Το κόντραμπάσσο, το τύμπανα και τα πνευστά συνδυάζονται με ένα τρόπο που ακούγονται πολύ μέταλ (Harvester of Soul) Oι ενορχηστρώσεις της χορωδίας προσθέτουν άπλα και βάθος στον ήχο και απρόλο που το άλμπουμ ξεκινά αργά το φινάλε (Harvester of Soul) Xρησιμοποιώντας κατά καιρούς παραδοσιακή μέταλ ενορχήστρωση απελευθερώνει τον Χάνσι και τον Ωντρέ να γράψουν κομμάτια όπως το The Great Ordeal που μοιάζει περισσότερο σαν Αυστριακό κομμάτι κλασσικής μουσικής παρά μέταλ τραγούδι. Όλοι αυτοί οι πειραματισμοί φαίνεται ότι θα επηρεάσουν τα μελλοντικά άλμπουμς των Blind guardian με σημαντικό τρόπο”.
Μετά από ένα τέτοιο μνημειώδες δίσκο οι Blind Guardian απείχαν άλλα τέσσερα χρόνια, όπως το συνηθίζουν και το“The God Machine”, βρίσκει το γκρουπ σε δαιμονιώδη φόρμα. Με αυτό το άλμπουμ υπό μάλης είναι που έρχονται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Εισιτήρια Αθήνας: 45 ευρώ
Εισιτήρια Θεσσαλονίκης: 35 ευρώ
viva.gr