του Χρήστου Γιαννάκενα
Από τα τόσα σίκουελ που κυκλοφόρησαν φέτος, το «Blade Runner 2049» ήταν το μοναδικό που ήθελα πραγματικά να δω. Την πρώτη στιγμή που ανακοινώθηκε, όμως, δεν μπόρεσα παρά να γίνω καχύποπτος. Ο σκηνοθέτης του αρχικού, Ridley Scott, έχει μια σχετικά κακή φήμη τα τελευταία χρόνια. Τα πρότζεκτ που αναλαμβάνει δεν πετυχαίνουν τον στόχο τους, ενώ συχνά επανέρχεται στο σύμπαν του «Alien» και προσθέτει κάτι ακόμη, το οποίο όμως δεν αρέσει σε κανέναν. Δεν θα κρύψω όμως πως η επιλογή του Dennis Villeneuve («Sicario», «Arrival») σαν σκηνοθέτη του σίκουελ ενίσχυσε την αισιοδοξία μου. Και, εν τέλει, ίσως έκανε καλό στο τελικό προϊόν
Τι εστί «Blade Runner», όμως; Πηγαίνοντας πίσω στο παρελθόν, η πρώτη ταινία κυκλοφόρησε το 1982 και βασιζόταν στο μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας «Do Androids Dream of Electric Sheep?» του Philip K. Dick. Το σενάριο που γράφτηκε από τους Hampton Fancher και David Peoples, όμως, διέφερε αρκετά σε σχέση με το βιβλίο του Dick.
Η ταινία τοποθετείται το 2019, όπου η τεχνολογία έχει δώσει ζωή σε ανδροειδή – Ρέπλικες όπως τις αποκαλούν- που αναλαμβάνουν τις σκληρές δουλειές και χτίζουν αποικίες εκτός γης. Όμως οι Ρέπλικες επαναστατούν, ζητώντας ίσα δικαιώματα. Γι’ αυτόν το λόγο μισθόνονται σκληροτράχηλοι κυνηγοί για να «αποσύρρουν» όλες τις ρέπλικες που ξεφεύγουν. Αυτοί οι κυνηγοί ονομάζονται Blade Runners. Ένας από αυτούς είναι και ο Ρικ Ντέκαρντ (Harrison Ford), ο ήρωάς της πρώτης ταινίας. Παρότι έχει φύγει από την υπηρεσία, όμως, καλείται να αναλάβει μαι τελευταία επικίνδυνη αποστολή. Κατά την διάρκεια αυτής της αποστολής, όμως, γνωρίζει καλύτερα την φύση της δουλειάς μου μέσα από την γνωριμία με τον αντίπαλο Ρόι (Rutger Hauer) αλλά και την ερωτεύσιμη Ρέπλικα Ρέιτσελ (Sean Young). Πάνω απ’ όλα, όμως, ο Ντέκαρντ καταλήγει να αμφισβητεί μερικές από τις σημαντικότερες αλήθειες: Τί σημαίνει να είσαι άνθρωπος; Να έχεις αναμνήσεις; Να έχεις ψυχή;
Η ταινία δεν έδωσε απάντηση σε αυτές τις ερωτήσεις, αντίθετα όμως έδωσε έναυσμα στον καθένα να τις ζημώσει μέσα του και να τις απαντήσει ο ίδιος. Το κοινό του 1982 όμως προτίμησε μια πιο «εύκολη» ταινία επιστημονικης φαντασίας, τον «E. T.» του Spielberg και έθαψε το μεγαλούργημα του Scott. Με τον καιρό η ταινία απέκτησε πολλές διαφορετικές εκδοχές, με τελική το «Final Cut» του 2007, όπου ο ίδιος ο Scott επέβλεψε το μοντάζ και πήγε τα οπτικά εφέ της ταινίας ακόμη ψηλότερα. Ο κόσμος αρχισε αν επανεκτιμά το «Blade Runner», τόσο φιλοσοφικά όσο και κινηματογραφικά. Και ίσως γι’ αυτό κυκλοφόρησε μια συνέχεια, επειδή υπήρχε η εντύπωση πως το κοινό του θα είναι έτοιμο να σκεφτεί και να συζητήσει ένα νέο Blade Runner. Η συνταγή του ιδανικού σίκουελ.
Όμως η ταινία του Villenueve μας πιάνει αδιάβαστους. Τοποθετημένο 30 χρόνια μετά τα γεγονότα της πρώτης ταινίας, το «Blade Runner 2049» δεν περιγράφει έναν καλύτερο κόσμο. Νέες εξεγέρσεις έφεραν την ανθρωπότητα στα χειρότερά της, όμως η μεγαλοφυία του Νιαντίρ Γουάλας (Jared Leto) έφερε πάλι την ειρήνη. Ο ίδιος κατασκευάζει υπάκουες Ρέπλικες, οι οποίες δεν θα κάνουν περισσότερα απ’ όσα θα ζητήσεις. Ταυτόχρονα, όμως, εξουσιάζει κάθε γωνιά του κόσμου μέσω του χρήματος και δεν αφήνει περιθώρια για αντιρήσεις. Αναθέτει, μάλιστα, στην αστυνομία του Los Angeles να βρει και να «αποσύρει» όλες τις ρέπλικες που ξέμειναν και δεν είναι στον έλεγχό του.
Σε αυτή την αστυνομία ανήκει και ο K (Ryan Gosling), ο οποίος προσπαθεί να ζήσει μια απλή ζωή, χωρίς ταραχές. Σύντομα όμως πέφτει πάνω σε μια ανακάλυψη που μπορεί να αλλάξει τα πάντα και όχι προς το καλύτερο απαραίτητα. Και αυτή η ανακάλυψη κάνει και τον ίδιο να αμφισβητήσει όσα είναι και κάνει, να μάθει τον πραγματικό του σκοπό. Και γι’ αυτό ψάχνει να βρει απαντήσεις στον παλιό αλλά χαμένο χρόνια Blade Runner, τον Ρικ Ντέκαρντ. Όμως τι απαντήσεις θα βρει; Ή, ακόμη πιο σωστά, θα βρει απάντηση;
Το στοίχημα που θέτει η ταινία, όμως, δεν είναι να δώσει απαντήσεις σε παλιές ερωτήσεις, αλλά να τις επεκτείνει και να προσθέσει κύρος στην αμφισημία της πρώτης ταινίας. Και αυτό το πετυχαίνει με μια πλοκή επιστημονικής φαντασίας, πιστή στο πνεύμα τόσο της πρώτης ταινίας όσο και του Philip K. Dick. Από την κεντρική πλοκή ως την μικρότερη υπό-ιστορία, το «Blade Runner 2049» μας πετάει ερωτήσεις που δεν ξέρουμε να απαντήσουμε. Και στο κέντρο τους βάζει έναν καλογραμμένο πρωταγωνιστή, τον οποίο συμπαθούμε και μπορούμε να εμπιστευτούμε στο ταξίδι μας. Σαν βγαλμένος από φιλοσοφικό δοκίμιο, ο Κ του Gosling είναι ταυτόχρονα κι ένας παράλογος ήρωας, που στο ταξίδι του για την απόλυτη αλήθεια το πιθανότερο είναι να καταλήξει με λιγότερα απ’ όσα ξεκίνησε, καρτερόντας όμως την μοίρα του με το κεφάλι όσο πιο ψηλά μπορεί.
Στο ίδιο μήκος κύματος, και οι υπόλοιποι χαρακτήρες μοιάζουν να έχουν επίγνωση της κατάστασης τους. Από την ψηφιακή κοπέλα του Κ, Joi (Ana de Armas), μέχρι την ρέπλικα σωματοφύλακα Luv (Sylvia Hoeks), όλοι σχεδόν έχουν έναν σκοπό να εκπληρώσουν. Μοναδική εξαίρεση, ίσως, είναι ο χαρακτήρας του βιομήχανου Γουάλας. Αν και μοιάζει υποβλητικός με τους ωραίους μονολόγους του, ο χαρακτήρας μοιάζει πολύ μικρός για το σύνολο του έργου. Όμως η επιστροφή του Ντέκαρντ είναι και εκείνη εξαιρετική, μιας και ο ήρωας έχει αλλάξει παραμένοντας ο ίδιος. Ο ρόλος του δεν είναι πρωταγωνιστικός, όμως η σημασία του είναι διάχυτη σε όλο το έργο.
Και το σενάριο, νοηματικά, αγγίζει την σημασία του να είσαι ο ήρωας μιας ιστορίας. Τί σημασία έχεις; Ποιά είναι η θέση σου; Τί περιθώρια επιλογής έχεις; Ερωτήσεις επαναλαμβανόμενες, όλες ειπωμένες στο πρώτο υπέροχο μέρος, το οποίο όμως φάνηκε να γειώνεται κάπως απότομα στο δεύτερο μέρος. Όμως ακόμη και αυτή η απότομη γείωση λειτουργεί υπέρ της ιστορίας, των ερωτήσεων αλλά και της απόλυτης ουσίας του έργου. Όπως είπαμε και πριν, στόχος του έργου είναι ξεκάθαρα να κάνει ερωτήσεις, οι απαντήσεις όμως εξαρτιούνται από εμάς.
Το σενάριο και οι χαρακτήρες όμως δύσκολα θα δούλευαν αν δεν είναι και οι ηθοποιοί επιλεγμένοι ένας προς έναν. Από τον Dave Bautista και την Robin Wright, μέχρι την de Armas και την Hoeks, όλοι είναι υποδειγματικοί. Ο Jared Leto είναι μεν καλός, όμως δεν πείθει λόγω του μικρού του ρόλου. Ο Ford σαν Ντέκαρντ επιστρέφει στα λημέρια του, συνεχίζοντας έναν από τους γνωστότερους ρόλους του εξαιρετικά, χωρίς ίχνος βαρεμάρας. Όμως ο Ryan Gosling είναι αυτός που συμμετέχει σχεδόν σε κάθε σκηνή και, ταυτόχρονα, αυτός με τον οποίο ταυτιζόμαστε. Θυμίζοντας σε σημεία την ερμηνεία του στο «Drive», ο Gosling δίνει ισότιμες ποσότητες σκληρότητας και ψυχής στον Κ, κάνοντας τον έναν οικείο και συμπαθή δολοφόνο, για τον οποίο δεν μπορούμε παρά να νοιαστούμε.
Όμως, αν ήταν να ξεχωρίσουμε για κάτι την ταινία, τότε αυτό είναι το πόσο τεχνικά άρτια είναι. Ο Villenueve αποφάσισε να κάνει την μικρότερη πιθανή χρήση CGI, πράγμα που λίγοι σκηνοθέτες θα ρίσκαραν πλέον. Και το αποτέλεσμα είναι αποστομωτικό. Παραθέτοντας έναν από τους πιο όμορφους κινηματογραφικούς κόσμους που έχουμε δει, το «Blade Runner 2049» υπάρχει χάριν έξυπνων οπτικών τρικ και πανέμορφης φωτογραφίας. Και, μιλώντας για φωτογραφία, αυτή είναι ίσως η καλύτερη δουλειά του διευθυντή φωτογραφίας Roger Deakins, που έχει βρεθεί υποψήφιος για Oscar Φωτογραφίας 13 φορές και δεν έχει κερδίσει ακόμη. Μακάρι αυτή η ταινία να του το χαρίσει, γιατί το αξίζει πραγματικά. Και να μην ξεχάσουμε, βεβαίως, τον τομέα του ήχου, όπου το μιξάζ μας επιτρέπει να ακούσουμε τα πάντα, ενώ η μουσική του Hans Zimmer θυμίζει το κλασικό θέμα του Vangelis, εξυπηρετόντας κυρίως την ατμόσφαιρα και λιγότερο την νοσταλγία.
Και, στο τέλος, ο συνδετικός κρίκος του όλου είναι ο φανταστικός Dennis Villenueve. Ξεκίνησε με μικρές καναδικές ταινίες, μπήκε στον χάρτη με το «Incendies», έδειξε πως ήρθε για να μείνει με τα «Prisoners», «Enemy» και «Sicario» και έφτασε κοντά στα Oscar με το «Arrival». Όμως στο «Blade Runner 2049» δίνει τον καλύτερό του εαυτό, σεβόμενος το όραμα του Ridley Scott αλλά και δημιουργώντας κάτι δικό του. Και έτσι καταφέρνει κάτι σχεδόν ακατόρθωτο, να δημιουργήσει μια καταπληκτική ταινία που στέκεται επάξια δίπλα στην προηγούμενη της. Και, πάνω απ’ όλα, χαρίζοντας στο κοινό μια δόση της πολυπόθητης μαγείας που λείπει από το Χόλιγουντ τα τελευταία χρόνια.
Το «Blade Runner 2049» δεν είναι τίποτα λιγότερο από ένα εξαιρετικό κινηματογραφικό έργο, εφάμιλλο του αρχικού «Blade Runner». Μπορεί να μην το ξεπερνάει σε κάποιους τομείς, όμως δεν είναι πως προσπαθεί κιόλας. Αντίθετα, αποτελεί ένα μοναδικό έπος επιστημονικής φαντασίας που δεν διστάζει να κάνει δύσκολες ερωτήσεις και να μην δώσει σαφείς απαντήσεις, αλλά και μια ταινία που λάμπει μέσα από τις εξαιρετικές ερμηνείες και τον υπέροχο τεχνικό τομέα της. Και, πάνω απ’ όλα, το «Blade Runner 2049» είναι ένας πολύ καλός λόγος για να πας σινεμά.
του Χρήστου Γιαννάκενα
Πηγή: alienage.gr