ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ

Δεν βρέθηκαν άρθρα

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ακολουθήστε μας:
26 January, 2025
ΚεντρικήΜΟΥΣΙΚΗ45 χρόνια δισκογραφίας Pat Metheny. Αφιέρωμα στην περίοδο της ECM

45 χρόνια δισκογραφίας Pat Metheny. Αφιέρωμα στην περίοδο της ECM

Κλείνουν σήμερα 3 Ιανουαρίου 2021, 45 χρόνια από την κυκλοφορία του Bright Size Life  του ντεμπούτου του κορυφαίου κιθαρίστα Pat Metheny (Πάτ Μεθύνυ) στην ECM, που άνοιξε καινούργιους δρόμους στην σύγχρονη τζαζ. Για να τιμήσουμε αυτήν την επέτειο, αλλά και τον αγαπημένο μας ήρωα της κιθάρας, δημοσιεύουμε σήμερα ένα διαφορετικό άρθρο γραμμένο από την πένα του Τάκη Χιωτακάκου, με έμφαση στην τεχνική του Metheny. (Άβαλον των Τεχνών)

του Τάκη Χιωτακάκου, μουσικού

H ιστορία του Pat Metheny, ενός από τους μεγαλύτερους μουσικούς και πρωτοπόρους κιθαρίστες της μοντέρνας Jazz, αρχίζει το μακρινό 1975 στην εταιρία ECM (Editions of Contemporary Music) του Manfred Eicher (Μάνφρεντ Άιχερ), η οποία και ανέδειξε τόσο το πολύπλευρο και πρωτοπορακό μουσικό έργο του, όσο και το σπάνιο ταλέντο των μελών που απάρτιζαν κατά καιρούς το συγκροτήμά του.

Στο συγκεκριμένο άρθρο, αντί της συνηθισμένης παράθεσης βιογραφικών και λοιπών περιγραφικών στοιχείων, επιχειρείται μία καταγραφή των σημαντικών εκείνων δυναμικών που συνθέτουν την μουσική προσωπικότητα του πολυτάλαντου αυτού καλλιτέχνη, από την οπτική γωνία ενός μουσικού. Επιπλέον, στοχεύεται να αποδοθεί μία επεξηγηματική, συμπαγής και περιεκτική εικόνα των επί μέρους τεχνικών και μουσικών επιλογών του.

Πρόκειται για ένα καλλιτέχνη ο οποίος έχει κερδίσει 20 Βραβεία Γκράμμυ (Grammy Awards) και μάλιστα σε 10 διαφορετικές κατηγορίες, όπως Best Rock Instrumental (Καλύτερο ορχηστρικό ροκ), Best Contemporary Jazz Recording (Καλύτερη ηχογράφηση σύγχρονης Τζαζ), Best Jazz Instrumental Solo (Καλύτερο ορχηστρικό σόλο της τζαζ) και Best Instrumental Composition (Καλύτερη ορχηστρική σύνθεση).

Το συγκρότημά του, που ονομάζεται “The Pat Metheny Group”, έχει καταφέρει ένα μοναδικό επίτευγμα, να κερδίσει 7 συνεχόμενα Βραβεία Γκράμμυ, και μάλιστα για 7 συνεχόμενους δίσκους.

Στην Ελλάδα, ο Pat Metheny έχει παίξει δύο φορές ζωντανά, στο «Θέατρο Λυκαβηττού» το 1992 ως “The Pat Metheny Group” και το 2011 στο «Θέατρο Παλλάς» ως τρίο, με τους σπουδαίους Larry Grenadier (Λάρρυ Γκρεναντίερ) στο μπάσο και Bill Stewart (Μπιλ Στιούαρτ) στα τύμπανα.

Η δισκογραφία του Pat Metheny στην ECM διακρίνεται ιδιαίτερα και για την υψηλή ποιότητα των ηχογραφήσεών της σε επίπεδο LP και CD. Ο πρώτος δίσκος του μεγάλου αυτού μουσικού, με τίτλο “Bright Size Life”, κυκλοφόρησε το μακρινό 1976 και ηχογραφήθηκε με την συμμετοχή του αξέχαστου Jaco Pastorius (Τζέϊκο Παστόριους) στο ηλεκτρικό μπάσο (μέλος των Weather Report του αείμνηστου Joe Zawinul) και του Bob Moses (Μπομπ Μόουζες) στα τύμπανα.

Από τα πρώτα κιόλας ακούσματα του δίσκου, καταγράφηκε έντονα στη συνείδηση των ακροατηρίων, ότι κάτι νέο γεννήθηκε στο χώρο της Jazz. Αργότερα, αποδείχθηκε ότι αυτό θα άλλαζε σε μεγάλο βαθμό την κρατούσα μουσική αντίληψη και θα προσέθετε μία ευφυέστατη και καινοτόμα προσέγγιση στην μεγάλη οικογένεια των διακριτών ιδιωμάτων της τζαζ.

To πρώτο κομμάτι του δίσκου, το ομώνυμο “Bright Size Life”, είναι ένα από τα πιό πολυσυζητημένα στους κύκλους των Jazz κιθαριστών, λόγω της εναλλακτικής αρμονίας και της νεωτεριστικής, για την εποχή, κιθαριστικής του φρασεολογίας. Ήταν άλλωστε, η πρώτη γνωριμία, με την μουσική του Pat Metheny.

Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των μουσικών συνθέσεων του συγκροτήματος, είναι η διαφοροποίηση, μέχρι και η επιτηδευμένη παράκαμψη των κλασσικών κανόνων της αρμονίας, η οποία όμως συντελείται με τρόπο αριστοτεχνικό, κυρίως από την κιθάρα και τα πλήκτρα.

Η ευφυέστατη χρήση διαφώνων ή μεγάλων διαστημάτων, μετατροπιών (αλλαγών τονικότητας), αναστροφών, προηχήσεων, εκφυγών, επερείσεων, διαβατικών φθόγγων και λοιπών στοιχείων της μουσικής αρμονίας, δημιουργεί ένα απροσδόκητα ευφωνικό αποτέλεσμα, παρά το γεγονός ότι αρκετές φορές προσκρούει στους δυτικότροπους κανόνες. Προκαλείται έκπληξη και διερευνητικό ενδιαφέρον στον γνώστη ακροατή, ώστε γεννάται εύλογα το ερώτημα του πως είναι δυνατόν να σκέφτηκε κανείς να παίξει μουσική, με αυτό τον τρόπο.

Χωρίς καθόλου «ελιτίστικη» διάθεση, επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω τον όρο «προχωρημένα ακροατήρια» για να περιγράψω την κατηγορία των ακροατών εκείνων, που διαθέτουν από την φύση τους την κατάλληλη αντίληψη, ώστε να εκμαιεύουν με επιτυχία τα συναισθήματα που επιθυμεί να διεγείρει ο μουσικός δημιουργός.

Παράλληλα, οι ακροατές αυτής της κατηγορίας, συνήθως διαθέτουν και κάποιες (έστω βασικές) γνώσεις μουσικής, που τους επιτρέπουν να κατασκευάσουν ένα νοητό σκαρίφημα που να αποτυπώνει το ύψος της προσπάθειας, το βάθος της αξίας και την αυθεντικότητα ενός πραγματικού καλλιτέχνη.

Αν προσθέσουμε στα «προχωρημένα ακροατήρια» τους έμπειρους μουσικούς που έχουν να επιδείξουν πολλά χρόνια σοβαρής σπουδής και ενασχόλησης με το αντικείμενο, έχουμε μία «κρίσιμη μάζα» ακροατών, οι οποίοι αντιλαμβάνονται ότι η μουσική του Pat Metheny αποτελεί μία ξεχωριστή, πρωτοποριακή σχολή, με πηγαία και ανόθευτη μουσική άποψη.

Αυτή η «κρίσιμη μάζα» προκάλεσε ενδεχομένως και την «αλυσσωτή αντίδραση» ώστε να διαδοθεί η μουσική αυτή σε πλατύτερα ακροατήρια και να αποτελέσει πόλο έλξης για εκατομμύρια μουσικόφιλους σε όλο τον κόσμο.

Η μουσική του Pat Metheny κέντρισε το ενδιαφέρον ακόμα και των «αυστηρότερων» κύκλων των θιασωτών ή μουσικών της Κλασσικής Μουσικής, επειδή δεν προσπάθησε να επιβληθεί με την ρυθμική τραχύτητα ή τις υψηλές ηχητικές στάθμες, αλλά παρουσίασε μία εναλλακτική και αυθεντικά καινοτόμα πρόταση, από εμπνευσμένους μουσικούς.

Jaco Pastorius και Βob Moses @ Jerry Wilforg

Η γνωστή προβολή του επιχειρήματος πρόκλησης «γνωστικής δυσαρμονίας», ενός όρου της ψυχολογίας που αναφέρεται στη δυσφορία που εικάζεται ότι προκαλεί η νεωτεριστική μουσική φρασεολογία που τοποθετείται μακράν των οικείων ακουσμάτων, ουδέποτε χρησιμοποιήθηκε. Στην περίπτωση αυτή, μάλιστα, συνέβη ακριβώς το αντίθετο…

Κάπως έτσι συνέβησαν τα πράγματα με την κυκλοφορία του “Bright Size Life”, όπως προαναφέρθηκε. Από εκεί και ύστερα, ήταν απλά θέμα χρόνου να υπάρξει η γνωστή, σήμερα, διεθνής αναγνώριση σε κορυφαίο επίπεδο.

Η συνέχεια δόθηκε το 1977 με το “Watercolors”, ένα δίσκο με έντονη ιμπρεσσιονιστική χροιά και υπέροχα δείγματα ακουστικής Jazz, που σηματοδότησε σταδιακά την έναρξη της μακρόχρονης συνεργασίας του Pat Metheny με τον εξαιρετικό πιανίστα/ κημπορντίστα Lyle Mays (Λάϋλ Μέϊς).

Η συνεργασία αυτή, έχει έκτοτε αποφέρει ένα διακριτό συνθετικό και εκτελεστικό ύφος, το οποίο εξελίσσεται διαρκώς, προσεκτικά και συστηματικά. Στο μπάσο, ο κορυφαίος Eberhard Webber (Έμπερχαρντ Βέμπερ) -που τον έχουμε δει πολλές φορές στη χώρα μας- και στα τύμπανα, ο Dan Gottlieb (Νταν Γκότλιεμπ).

Στο κομμάτι “Icefire”, χρησιμοποιείται μία δωδεκάχορδη ηλεκτρική κιθάρα, χορδισμένη με ένα πρωτότυπο “πεντατονικό/διατονικό” τρόπο (σε πέμπτες). Η κιθάρα, εικάζεται ότι ήταν μία Guild Starfire, στην οποία είχαν αντικατασταθεί ορισμένες χορδές με άλλες, περισσότερο μαλακές και μη τυλιγμένες. Στην ηχογράφηση χρησιμοποιήθηκαν ταυτόχρονα δύο μονάδες καθυστέρησης ήχου (delay).

Στον ίδιο δίσκο, το κομμάτι “Oasis” έχει ηχογραφηθεί με μία Gewa Harp Guitar, ένα υβριδικό ακουστικό όργανο, που ενσωματώνει εννέα μπάσες χορδές, εκτός από τις έξι κανονικές της κλασσικής / ακουστικής κιθάρας.

Ο πειραματισμός με τα λεγόμενα εναλλακτικά χορδίσματα της κλασσικής και της ακουστικής κιθάρας, είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των μουσικών πειραματισμών του Pat Metheny.

Στο κομμάτι “Don’t know why”, χρησιμοποιείται το χόρδισμα “Half Nashville tuning” σε μία βαρύτονη κιθάρα (B, E, A^, D^, F# και B). Βέβαια, ό ίδιος συχνά επέλεγε ένα άλλο εναλλακτικό χόρδισμα, το A, D, G^, C^, E και A.

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να γίνει ιδιαίτερη μνεία στην μοναδική 42-χορδη ακουστική κιθάρα του Pat Metheny, που φέρει τον τίτλο “The Picasso Guitar” επειδή το σχήμα της παραπέμπει στην κυβιστική τέχνη του διάσημου Ισπανού ζωγράφου Pablo Picasso.

Πρόκειται για ένα χειροποίητο, υβριδικό ακουστικό όργανο, κατασκευασμένο από την διάσημη Καναδή δημιουργό Linda Manzer (Λίντα Μάνζερ) πριν από περίπου 35 χρόνια. Χρειάστηκαν δύο ολόκληρα χρόνια για την κατασκευή της κιθάρας, η οποία διαθέτει ένα custom piezo μαγνήτη και ένα πρόσθετο ειδικό εξαγωνικό μαγνήτη, που επιτρέπει στον Pat Metheny τη σύνδεση του ακουστικού αυτού οργάνου με το “Synclavier Computer System”. Με τον τρόπο αυτό, παρέχεται η δυνατότητα σε ένα ακουστικό όργανο να κάνει χρήση οποιουδήποτε sample (ψηφιακού δείγματος ήχου μουσικού οργάνου) επιθυμεί ο χειριστής του.

Είναι απίστευτο, κατασκευαστικά, το γεγονός ότι η τάση (tension) των χορδών που αναπτύσσεται στην “Picasso Guitar” αγγίζει τις 1000 λίμπρες (σχεδόν μισό τόνο), έχουμε δηλαδή ένα υπερπενταπλάσιο μέγεθος συγκριτικά με μία κανονική κλασσική ή ακουστική κιθάρα. Βέβαια, το επίπεδο της τάσης αυτής, εξακολουθεί να βρίσκεται πολύ μακριά από εκείνο των 30 τόνων (!), που ασκείται αντίστοιχα σε ένα πιάνο κονσέρτου…

Δείγματα του ήχου αυτής της κιθάρας ακούγονται στους δίσκους “Quartet”, “Imaginary Day”, “Jim Hall & Pat Metheny”, “Trio Live” και “Song X” (μία συνεργασία με τον Ornette Coleman, σε extreme free jazz ύφος).

Η συνεργασία του με την Linda Manzer έφερε στο προσκήνιο και άλλα θαυμάσια μουσικά όργανα που ακούγονται σε ανάλογες ηχογραφήσεις. Ανάμεσά τους, διακρίνουμε μία εξάχορδη ακουστική κιθάρα (Manzer 6-string), μία δωδεκάχορδη ακουστική (Manzer 12-string), μία βαρύτονη ακουστική (Manzer Baritone) και μία υβριδική ακουστική με πρόσθετες χορδές σιτάρ (Manzer Sitar). H ηχητική ποιότητα των οργάνων αυτών, έδωσαν μία ξεχωριστή χροιά στην απόδοση των μουσικών έργων του συγκροτήματος.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΥΡΙΑΝΟ ΑΡΘΡΟ 

Μοιραστείτε