του Γιώργου Σχοινά, εραλδικού καλλιτέχνη
Γιά να επανέλθω όμως στο θέμα του αυλικού έρωτα, ένα άλλο αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό του εν λόγω ήθους, είναι πως στα ιπποτικά μυθιστορήματα και την ποίηση των τροβαδούρων, ο «ιδανικός έρωτας» δεν εκφραζόταν ποτέ μέσα στον γάμο. Αντιθέτως, η μοιχεία αποτελούσε ένα πολύ συνηθισμένο στοιχείο (Λάνσελοτ- Γκουίνεβηρ, Τριστάνος- Ιζόλδη κλπ). Αυτή η διαφοροποίηση των αξιών δεν είχε καθαρά υλιστικό προσανατολισμό, δηλαδή προς απελευθέρωση του καταπιεσμένου σεξουαλικού ενστίκτου (όπως έχει τύχει να διατυπωθεί) αλλά, το ακριβώς αντίθετο. Σήμαινε την εξιδανίκευση του έρωτα ως μέρος της πνευματικής πορείας και επίτασσε ως απαραίτητη την απελευθέρωση της ηθικής από τις κοινωνικές συμβάσεις, προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός.
Το στοιχείο της μοιχείας στα ιπποτικά μυθιστορήματα, σίγουρα είναι τολμηρό για την εποχή, δεν θέλει όμως να επικεντρώσει την προσοχή στον αισθησιασμό για χάρη του αισθησιασμού αλλά αντιθέτως να καυτηριάσει τους γάμους συμφέροντος των ευγενών της εποχής. Η ένωση ενός ζεύγους υπό την προϋπόθεση της αγάπης θεωρείτο το απαραίτητο στοιχείο τόσο για την ολοκλήρωση όσο και για την εκδήλωση αυτού που θα ονομάζαμε «ανώτερη προσωπικότητα».
Άρα η εξύμνηση του κάλλους των μορφών, στα έργα των τροβαδούρων, δεν γινόταν σε αντιδιαστολή με την ιδεαλιστική θεώρηση του κόσμου αλλά ως συμπλήρωμα αυτής, καθώς οι αισθητές μορφές εκλαμβάνονταν ως τα ορατά σύμβολα αφηρημένων καταστάσεων ύπαρξης, πάντοτε στα πλαίσια του Χριστιανικού Ήθους. Ο Μπούρμαν στην ταινία ακολουθεί πιστά τα μεσαιωνικά ήθη τόσο στο σενάριο όσο και στους διαλόγους.
Δεύτερον όμως, η μοιχεία του Λάνσελοτ και της Γκουίνεβιρ αναδεικνύει την βασίλισσα ως μητέρα- γη, σε προσωποποίηση της Κυριαρχίας. Ήταν λοιπόν μοιραίο οι δύο σημαντικότεροι πολεμιστές του κόσμου εκείνου να διεκδικούν την κυριαρχία με το ίδιο πάθος- κάτι που στον παραδοσιακό μύθο ενισχύεται ως άποψη με το ότι η Στρογγυλή Τράπεζα ως αντικείμενο παραδίδεται στον Αρθούρο ως πρόικα από τον πενθερό του παρ’ όλο που η ιδέα είναι δική του. Στην ταινία του Μπούρμαν το γεγονός δεν γίνεται σαφές, όμως υπονοείται.
Μετά την παρακμή του Αρθούρου, άρα και του κόσμου του, η γη καταστρέφεται καθώς, κατά την κελτική κοσμοαντίληψη, ο άρχοντας ταυτίζεται με την γή. Η επικράτεια του Αρθούρου πλέον είναι η «Έρημη Χώρα». Ως έρημη χώρα ερμηνεύεται κυρίως, εάν όχι αποκλειστικά, το σκηνικό που ξετυλίγεται το δράμα της Αναζήτησης του Αγίου Δισκοπότηρου.
Στις διηγήσεις των μύθων του Δισκοπότηρου, πολλές φορές οι αλληγορίες μας υποδεικνύουν ότι τα τεκταινόμενα λαμβάνουν τόπο σε χώρους μυστηριώδεις, οραματικούς, σε τόπους αϋλους, ονειρικούς. Ως έρημη χώρα, κυρίως, παρουσιάζεται η επικράτεια του Αρθούρου (ή του βασιλιά του Δισκοπότηρου αναλόγως) στον κύκλο της Αναζήτησης και ο όρος αυτός συνδέεται άρρηκτα με τις αιτίες που, επίσης αναλόγως, ορίζουν την Αναζήτηση αυτή αναγκαία. είναι δεδομένο πως η μόνη διέξοδος θα ήταν μία πιό εσωστρεφής διάσταση της ιπποοτικής ιδιότητας, η οποία ανευρίσκεται στην πραγματικότητα μέσω της Αναζήτησης. Έτσι ο Αρθούρους κηρύττει την αναζήτηση του Άγιου Δισκοπότηρου.
Οι ίδιες οι περιπέτειες που αναλάμβανε ο ιππότης στις μεσαιωνικές διηγήσεις (που όπως είπαμε γέννησαν το ιπποτικό μυθιστόρημα) περιγράφονται ως «Η Αναζήτηση». Στην μυθολογία και την λογοτεχνία των τροβαδούρων, ως Αναζήτηση εννοείται ένα μοναχικό ταξίδι του ιππότη προς την επίτευξη ενός πνευματικού σκοπού. Η πλοκή των ιστοριών αναζήτησης λειτουργεί σαν ένα ιερόγλυφο γεμάτο από σύμβολα τα οποία παρουσιάζονται με την μορφή ηρώων, τόπων, αντικειμένων και καταστάσεων. Εκεί, οι λεγόμενοι “περιπλανώμενοι ιππότες” (knight errand) αναλάμβαναν περιπέτειες ανάλογες των πνευματικών τους κατακτήσεων.
Οι ιππότες της αναζήτησης αναλαμβάνουν ατομική δράση και οι κίνδυνοι που εκτίθενται είναι κυρίως μεταφυσικοί και σχετίζονται με την αντιμετώπιση της σκοτεινής πλευράς της ίδιας τους της υπόστασης. Άρα, η περιπέτεια της Αναζήτησης έχει καθαρά χαρακτήρα αξιολογικό, όπου τα σπουδαία κατορθώματα επιτυγχάνονται αναλόγως των εσωτερικών αρετών που χαρακτηρίζουν τον ιππότη, και λιγότερο δια της μαχητικής τους ικανότητας.
Στην ταινία Εξκάλιμπερ βλέπουμε την τρέλλα του Λάνσελοτ ο οποίος ως κοσμικός ιππότης αδυνατεί να λάβει μέρος στην πνευματική αναζήτηση, ενώ πλέον ως «καλύτερος ιππότης» αναδεικνύεται ο Σερ Πέρσιβαλ, ένας κατά τα άλλα ασήμαντος ακόλουθος ο οποίος ανήλθε στην Τάξη της Ιπποσύνης «κατά τύχη».
Η πνευματική όμως δύναμη του ήρωα επικυρώνεται στις πνευματικές του αρετές και την επιμονή του να πιστεύει στο Ιδανικό ακόμα και όταν όλα μοιάζουν μάταια και πως έχουν χαθεί οριστικά. Σε πείσμα του επικείμενου θανάτου του, ο Σερ Πέρσιβαλ καταφέρνει και λύνει τον γρίφο του δισκοπότηρου βοηθώντας τον Αρθούρο να ανακτήσει την μνήμη του «ποιός είναι» και να επαναφέρει το εντός του αίσθημα καθήκοντος ως ενός Απεσταλμένου.
Στην ύστατη μάχη, ο Αρθούρος συγκαλεί τους ελάχιστους εναπομείναντες πιστούς ιππότες του, γιά να αντιμετωπίσει τον πολυάριθμο στρατό του Μόρντρεντ, του μοχθηρού υιού και διαδόχου του ο οποίος επιβούλεται το βασίλειο.
Το δραματικό τέλος της αδελφότητας και του ίδιου του Αρθούρου αποδίδεται στην ταινία, πάλι σε συμφωνία με τις κύριες μυθολογικές πηγές, με την δημιουργία μίας ξεχωριστής ατμόσφαιρας ( μέσα από τον συνδυασμό τοπίου, ερμηνειών και μουσικής), ενέχοντας έτσι μία μοναδική υποβλητική δύναμη ακόμα και πρός τον ανυποψίαστο θεατή.
Τόσο στον αρθούρειο μύθο, όσο και στην ταινία «Εξκάλιμπερ», η διεκδίκηση της Βασίλισσας Γκουίνεβιρ από δύο άνδρες (τον Αρθούρο και τον ιππότη του Σερ Λάνσελοτ) γίνεται κατά την ταύτιση της βασίλισσας με την κοσμική κυριαρχία. Η προτίμηση της Γκουίνεβιρ ολοκληρώνει την κοσμική ισχύ του άνδρα- γι’ αυτό στο έργο του Μάλορυ η ίδια η Στρογγυλή Τράπεζα, ως αντικείμενο, λαμβάνεται από τον Αρθούρο ως προίκα από τον πενθερό του. Στην κινηματογραρφική ταινία, η επισφράγιση της μοιχείας συνοδεύεται με την απώλεια του ιερού ξίφους και της παρακμής του κόσμου του Αρθούρου. Η τάξη θα μπορούσε να αποκατασταθεί μόνο μέσα από την Αναζήτηση.
Στο «Εξκάλιμπερ» ο Σερ Πέρσιβαλ επιτυγχάνει στην Αναζήτηση καθώς απαντά στο κρίσιμο ερώτημα, που αφορά ακριβώς την εσωτερική κατανόηση της σημασίας της Ανακτικής Ιδιότητας- η οποία εδώ αποκαθίσταται στην παραδοσιοκρατική της αίγλη όπου ταυτιζόταν με εκείνη του Ιερέα.
Συμπερασματικά, στο Εξκάλιμπερ, όπως και στις διηγήσεις των τροβαδούρων, ο ιππότης εκφράζει στο ζεύγος (πρωτίστως, αλλά όχι περιοριστικά) δύο βασικές αρετές: αυτή της Δυνάμεως και αυτή της πνευματικής Αναζήτησης.
Αντιστοίχως, η δεσποσύνη προβάλλει (κυρίως αλλά όχι περιοριστικά) την Αγάπη και το Κάλλος. Η Αγάπη χωρίς την δύναμη κινδυνεύει από την επιβουλή, και αντιστοίχως, η δύναμη χωρίς την Αγάπη καταντά σκληρότητα και βαρβαρότητα. Επίσης η απόλαυση της ομορφιάς χωρίς σύνεση καταλήγει σε οκνηρία και στείρο ηδονισμό, ενώ η έλλειψη της αισθητικής λεπτότητας οδηγεί σε βαρβαρότητα και έλλειψη ψυχικών αρετών. Μαζί με το συμπληρωματικό τους αυτό κομμάτι, ιππότης και δεσποσύνη, λειτουργούν ως Ζεύγος και ενσαρκώνουν το «μεγαλείο».
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ