
Του Ράσελ Κέρκ
Πριν εκατό χρόνια, ο Τόμας Στήμς Έλιοτ γεννήθηκε σε μια ιδιοφυώς συντηρητική οικογένεια στο Σαίντ Λούις. Ο παππούς του, ο οποίος ήταν Ουνιταριανός κληρικός και σημαντική προσωπικότητα, ίδρυσε την Εκκλησία του Μεσσία και το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον. Οι Έλιοτ του Σαίντ Λούις ήταν Ρεπουμπλικάνοι μεταρρυθμιστές, που δραστηριοποιούνταν σε κοινωφελείς σκοπούς, και θεωρούνταν πυλώνες της κοινωνικής τάξης. Εάν κάποιος επισκεφθεί το Σαίντ Λούις σήμερα και αναζητήσει την γενέτειρα του Έλιοτ, θα καταθλιβεί από την αίσθηση της ματαιότητας των ανθρωπίνων επιθυμιών.
Το σπίτι των Έλιοτ έχει εξαφανιστεί εδώ και καιρό, όπως επίσης και η Εκκλησία του Μεσσία. Ολόκληρη η συνοικία, κάποτε καλαίσθητη στο σημείο που ζούσαν οι Έλιοτ, έχει καταστραφεί και ερημώσει.
“…καταστρέφουμε αρχαία οικοδομήματα για να ετοιμάσουμε το έδαφος πάνω στο οποίο οι βάρβαροι νομάδες του μέλλοντος θα στρατοπεδεύσουν με τα μηχανοποιημένα καραβάνια τους.”
Κανένα μνημείο για τον μεγάλο ποιητή του εικοστού αιώνα δεν βρίσκεται στην πόλη που γεννήθηκε. Ούτε στο Λονδίνο, εκτός από ένα πέτρινο μνημείο στο Αβαείο του Ουέστμινστερ, μπορεί να συναντήσει κανείς κάποιο ορατό ίχνος του Έλιοτ, ο οποίος ποτέ δεν απέκτησε ιδιόκτητο σπίτι.
Στον 20ον αιώνα η προσδοκία της αλλαγής υπήρξε μεγαλύτερη από την προσδοκία της συνέχειας, σχεδόν παντού. Και τα “αέναα πράγματα,” όπως ο Έλιοτ τα αποκαλούσε – τις αλήθειες, τους τρόπους ζωής και πρότυπα τάξης που αντέχουν στον χρόνο– ξεβράζονται στην πλημμύρα της αισθησιακής όρεξης και του ιδεολογικού πάθους. Όπως ο Έλιοτ εξέφρασε αυτό το φαινόμενο παρακμής, αναφερόμενος στα πρότυπα της εκπαίδευσης, στο βιβλίο του Σημειώσεις ως προς τον Ορισμό του Πολιτισμού, “καταστρέφουμε αρχαία οικοδομήματα για να ετοιμάσουμε το έδαφος πάνω στο οποίο οι βάρβαροι νομάδες του μέλλοντος θα στρατοπεδεύσουν με τα μηχανοποιημένα καραβάνια τους.”
Από τα νεανικά του χρόνια, ο Έλιοτ υπεράσπισε τα “αέναα πράγματα” με τόλμη. Όντας μεγάλος καινοτόμος στη ποίηση, υπήρξε αρκετά συντηρητικός στην ηθική και την πολιτική, έτσι ώστε στο βιβλίο μου περί συντηρητικής σκέψης αρχίζει με τον Μπερκ και τελειώνει με τον Έλιοτ. Σε καμία στιγμή της ζωής του δεν πλήχθηκε από πολιτικό ριζοσπαστισμό.
Μετά από μια δεκαετία διαμονής στο Λονδίνο, ανακοίνωσε πως ήταν κλασικιστής στη λογοτεχνία, βασιλόφρων στη πολιτική και Αγγλο-Καθολικός στη θρησκεία. “Γνωρίζω πως ο δεύτερος όρος είναι προς το παρόν άνευ ορισμού,” έγραφε, “και εύκολα προσφέρεται σε αυτό που είναι σχεδόν χειρότερο από ανοησία και εννοώ τον μετριοπαθή συντηρητισμό…” Ο ίδιος θα περιφρονούσε την σύγχρονη Αμερικανική πολιτική ταμπέλα του “μετριοπαθή”: το Συντηρητικό Κόμμα της Αγγλίας δεν ήταν αρκετά συντηρητικό για τον Έλιοτ.
“Για να είμαι πιο άμεσος, μια πολιτική παράδοση στην οποία ο ιδεολογικά καταρτισμένος κυριαρχεί του ανθρώπου της δράσης , και μια παράδοση στην οποία η πολιτική φιλοσοφία είναι διατυπωμένη ή κωδικοποιημένη ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις και να αιτιολογεί τη συμπεριφορά μιας άρχουσας κλίκας, μπορεί να είναι εξίσου καταστροφική.”
Επιβεβαιώνοντας την Παράδοση
Το 1922, φτωχός και καταπονημένος στο Λονδίνο, ίδρυσε το περιοδικό «Κριτήριο», το οποίο διήρκεσε μέχρι τον Ιανουάριο του 1939 όταν η Ευρώπη ήταν έτοιμη να εκραγεί. Το περιοδικό είχε ως στόχο να λειτουργήσει μεταξύ των μορφωμένων τάξεων της Ευρώπης ως “μια επιβεβαίωση και ανάπτυξη της παράδοσης,” σε αντίθεση με τη διάδοση του Μαρξισμού και άλλων ιδεολογιών μεταξύ διανοούμενων. Επίσης, αν και όχι αρκετά κατ’ ίδια ομολογία, το περιοδικό είχε σκοπό να βάλει σε κίνηση μια πολιτική ανάσταση, συχνά σε σχέση με πολιτική θεωρία και θεσμούς. Η κυκλοφορία του ποτέ δεν ξεπέρασε τα οκτακόσια αντίτυπα. Ο Τζώρτζ Όργουελ θα ήθελε να το αγοράσει, αλλά του έλλειπε το αντίτιμο – παρ’ όλα αυτά το περιοδικό δημοσίευε τα έργα ανδρών και γυναικών με μεγάλο ταλέντο, και οι δεμένοι τόμοι του περιοδικού παραμένουν άξιοι ανάγνωσης με προσήλωση, ακόμα και αν αυτό σημαίνει τον παραγκωνισμό των σύγχρονων περιοδικών.
Στην στήλη του εκδότη που είχε ο Έλιοτ στο εν λόγω περιοδικό και αποκαλείτο “Σχόλια”, θα βρει κανείς πολλές οξύνους ή σοφές παρατηρήσεις για την πολιτική – μικρού μεγέθους κομμάτια που ποτέ δεν ανατυπώθηκαν. Σε αυτές τις παρατηρήσεις ο Έλιοτ αμερόληπτα “μαστίγωνε” τους ηγέτες όλων των πολιτικών παρατάξεων στη Βρετανία – με την μερική εξαίρεση του Μπώλντγουιν, μιας και ο Μπώλντγουιν ήταν καθηγητής πανεπιστημίου Κλασσικών Σπουδών, όπως και έντιμος άνθρωπος.
Παρά το γεγονός ότι ήταν παραδοσιοκράτης ως Συντηρητικός με την Αγγλική πολιτική έννοια, ο ίδιος ποτέ δεν συμμετείχε στη δράση του Συντηρητικού Κόμματος – εκτός από το τέλος της ζωής του όπου είχε μιλήσει στην Ένωση Συντηρητικών Λονδίνου το 1955, σε μια αξέχαστη διάλεξη. Δύο από τα λεπτά βιβλία του Έλιοτ αναφέρονται σε εν μέρει πολιτικά ζητήματα: Η Ιδέα μιας Χριστιανικής Κοινωνίας, δημοσιευμένο αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και Σημειώσεις ως προς τον Ορισμό του Πολιτισμού, δημοσιευμένο όταν ο σοσιαλισμός είχε εξαπλωθεί στην Βρετανία σύντομα μετά από αυτόν τον πόλεμο.
Ο Έλιοτ έγραψε ένα πολιτικό ή ημι-πολιτικό ποίημα, το Κοριολάνος. Έχω ανατυπώσει στο The Portable Conservative Reader τα συνοπτικά, δηκτικά σχόλιά του προς τους Μαρξιστές κριτικούς λογοτεχνίας. Άλλες παρατηρήσεις του Έλιοτ επάνω στη πολιτική μπορούν να βρεθούν σε ορισμένα από τα λογοτεχνικά του δοκίμια, ιδίως εκείνα αναφερόμενα στον Γουίλιαμ Μπράμγουελ, τον Τσάρλς Γουίμπλεϊ, και τον Μακιαβέλλι. Βιβλιογραφικά αυτό μπορεί να φαίνεται σαν ένας μικρός όγκος λογοτεχνικής παραγωγής ώστε να αιτιολογεί την υπεροχή του Έλιοτ ως ενός από τους ηγέτες της συντηρητικής πεποίθησης.
Επιτρέψτε μου λοιπόν, να εξηγήσω γιατί το έργο του Έλιοτ είναι πολυδιαβασμένο, και τόσο σεβαστό, από τους άντρες και τις γυναίκες συνδεδεμένους με τα “μόνιμα πράγματα.”
Στοχαστές και Ηθοποιοί
Στη διάλεξή του με θέμα “Η λογοτεχνία της πολιτικής” που δημοσιεύθηκε στην συλλογή του Κρίνεται ο Κριτής, ο Έλιοτ αναφέρεται σε ένα δοκίμιό μου στο οποίο ο υπογράφων ανέφερα ως Αμερικανούς συντηρητικούς στοχαστές τους Πωλ Έλμερ Μόρ, Ίρβιν Μπάμπιτ, Μπέρναρ Ίντινγκ Μπελ και Ρόμπερτ Νίσμπετ – κανείς από τους οποίους δεν είχαν βυθιστεί στην ταραχή της πρακτικής πολιτικής. Ο Έλιοτ σχολιάζει αυτό το διαχωρισμό της σοβαρής πολιτικής γραφής από την πολιτική δράση,
Αυτή δεν είναι μια πολύ υγιής κατάσταση, εκτός και αν οι απόψεις των εν λόγω συγγραφέων γίνουν ευρύτερα διαδεδομένες και μεταφραστούν, τροποποιηθούν, προσαρμοστούν, ακόμη και νοθευτούν, σε δράση. Μου φαίνεται πως σε μια υγιή κοινωνία, υπάρχει μια διαβάθμιση των τύπων μεταξύ σκέψης και πράξης. Στο ένα άκρο ο αμερόληπτος στοχασμός, το κριτικό μυαλό το οποίο μεριμνά για την ανακάλυψη της αλήθειας, όχι με την γνωστοποίηση της και την μετάφραση της σε δράση. Στο άλλο άκρο, ο “ανενεργός υπαξιωματικός” της πολιτικής, ο άνθρωπος που παρ’ όλη την σχετική αδιαφορία για γενικές ιδέες, είναι εξοπλισμένος με φυσική κοινή λογική, σωστό ένστικτο και χαρακτήρα, και πρόσκειται σε πειθαρχία και μόρφωση. Μεταξύ των δύο αυτών άκρων υπάρχει περιθώριο για πολλές ποικιλίες και διάφορα είδη πολιτικής σκέψης, αλλά δε θα πρέπει να διακόπτεται η μεταξύ τους συνέχεια.
Παρακάτω στην ίδια διάλεξη, ο Έλιοτ προσθέτει,
“Για να είμαι πιο άμεσος, μια πολιτική παράδοση στην οποία ο ιδεολογικά καταρτισμένος κυριαρχεί του ανθρώπου της δράσης , και μια παράδοση στην οποία η πολιτική φιλοσοφία είναι διατυπωμένη ή κωδικοποιημένη ώστε να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις και να αιτιολογεί τη συμπεριφορά μιας άρχουσας κλίκας, μπορεί να είναι εξίσου καταστροφική.”
Διείσδυση στον Πυρήνα
Ο Έλιοτ καταλήγει τη διάλεξή του παρατηρώντας πως τον ίδιο δεν τον απασχολούν αυτοί οι προσωρινοί συγγραφείς της δήθεν επιρροής, “ή αυτοί οι εκδότες που έχουν αποτυπώσει το όνομά τους στο κοινό εκμεταλλευόμενοι την παλίρροια, και κωπηλατώντας πολύ γρήγορα με τη φορά που πάει το ρεύμα.”
Αντιθέτως, ο ίδιος λέει ότι “πρέπει πάντοτε να υπάρχουν μερικοί συγγραφείς απασχολημένοι με το να διεισδύουν στον πυρήνα του θέματος, προσπαθώντας να φτάσουν στην αλήθεια και να την εκθέτουν, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις, χωρίς φιλοδοξία να αλλάξουν την άμεση πορεία των πραγμάτων, και χωρίς να αποθαρρύνονται ή να παραιτούνται όταν τίποτα δε φαίνεται να προκύπτει.”
Ο Έλιοτ ήταν ο ίδιος ένας από αυτούς τους λίγους συγγραφείς, όπως υπαινίσσονταν ο ίδιος, οι οποίοι έχουν αποπειραθεί να φτάσουν στην πολιτική αλήθεια, ή σε μια πιο γενική αλήθεια στην οποία η πολιτική τάξη εμπλέκεται, και να την εκθέσουν: άνθρωποι με ταλέντο που εργάζονται πνευματικά στην περιοχή που ο Έλιοτ ονόμαζε “προ-πολιτική.” Η ηθική φαντασία του Έλιοτ, η ευρεία του γνώση, και το ποιητικό του ταλέντο, του επέτρεπαν πράγματι να διεισδύσει στον πυρήνα του θέματος, όπου άγγιζε μια κοινωνική τάξη πραγμάτων και στη σχέση αυτής της τάξης με μια υπερβατική τάξη πραγμάτων. Οι Συντηρητικοί και των δύο πλευρών του Ατλαντικού, αλλά και μακρύτερα, στρέφονται συχνά στην πεζογραφία και όχι σπάνια και στην ποίηση του Έλιοτ για διαφωτισμό.
Εν ολίγης, το καινοτόμο μυαλό του Έλιοτ, με τις δριμείς αντιλήψεις – το ένοπλο όραμα του Έλιοτ – άνοιξαν το δρόμο για τους αναζητητές της πνευματικής, ηθικής, και κοινωνικής τάξης να διεισδύσουν πέρα από τη ψευδολογία και το σύνθημα της στιγμής.
Χτυπώντας τον Σω
Όταν ο Έλιοτ αναφέρεται στα γραπτά του στον Χομπς, ή τον Φρόιντ, ή τον Μαρξ, ή τον Μάνχαϊμ, η τον Σω, ή τον Χ. Τζ. Γουέλς, απομυθοποιεί εξίσου επιδέξια όπως δυο αιώνες νωρίτερα, ένας πολύ διαφορετικός άνθρωπος των γραμμάτων: ο Ντέιβιντ Χιούμ. Πάρτε για παράδειγμα, ένα άλλο απόσπασμα από την διάλεξή του επάνω στη λογοτεχνία της πολιτικής. Ο Έλιοτ παρατηρεί ότι μερικές φορές μπορεί να μπει κανείς στον πειρασμό να υποπτεύεται “ότι όσο πιο περισπούδαστος και σοφός ο άνθρωπος, είναι λιγότερο πιθανό να είναι η επιρροή του ευδιάκριτη.” Στη συνέχεια δίνει ένα τεράστιο χτύπημα στον Τζωρτζ Μπέρναρ Σω:
Εν τούτοις η άμεση επιρροή του – ας πούμε – του. Μπέρναρντ Σω κατά τη περίοδο της πιο ισχυρής επιρροής του, υποθέτω, στις αρχές αυτού του αιώνα, θα πρέπει να ήταν πιο αισθητή και ευρύτερα διαδεδομένη, απ’ ότι εκείνη πολύ πιο έξοχων μυαλών. Εξαναγκάζεται κάποιος να θαυμάσει έναν άνθρωπο με τόση λεκτική ευελιξία, ικανό όχι μόνο να αποκρύψει από τους αναγνώστες και το κοινό του την ρηχότητα της δικής του σκέψης, αλλά και να τους πείσει ότι με το να θαυμάζουν το έργο του μαρτυρούσε επίσης την δική τους εξυπνάδα. Δεν λέω ότι ο Σω θα μπορούσε να τα καταφέρει μόνος του, άνευ των δυσκίνητων και κοπιαστικών μυαλών με τα οποία συγχρωτίζοταν, αλλά με το να πείσει τους ανθρώπους κοινών γούστων ότι είναι διανοούμενοι, και ότι οι διανοούμενοι πρέπει να είναι σοσιαλιστές, συνέβαλε τα μέγιστα στο κύρος του σοσιαλισμού. Αλλά μεταξύ της επιρροής ενός Μπέρναρντ Σω ή ενός Χ. Τζ. Γουέλς, και την επιρροή ενός Κόλριτζ ή ενός Νιούμαν, δε μπορώ να συλλάβω καμία κοινή κλίμακα μέτρησης.
Αυτό που μας δίνει ο Έλιοτ δεν είναι η πόζα ανειλικρινούς πολυλογίας του Σω, αλλά η σοφία του τύπου Σάμιουελ Τέιλορ Κόλριτζ και Τζον Χένρυ Νιούμαν. Παρεμπιπτόντως, ή κατά λάθος, δείχνοντας επίσης ότι ένας διάσημος, καινοτόμος ποιητής μπορεί να απορρίψει την ιδεολογία – σοσιαλιστική, κομμουνιστική ή φασιστική – ο Έλιοτ συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στο κύρος του Συντηρητισμού, με την καλύτερη έννοια αυτής της κακοποιημένης λέξης.