ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ

Δεν βρέθηκαν άρθρα

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ακολουθήστε μας:
11 September, 2024
ΚεντρικήΜΟΥΣΙΚΗΕίναι οι μοντερνιστές σκηνοθέτες (Regietheatre) ο θάνατος της όπερας; Μέρος Β!

Είναι οι μοντερνιστές σκηνοθέτες (Regietheatre) ο θάνατος της όπερας; Μέρος Β!

Με αφορμή τα 3 χρόνια του “Άβαλον των Τεχνών” (και τα 80χρονα της Λυρικής) συνεχίζουμε την αναδημοσίευση ενός από τα πρώτα μας άρθρα που παραμένει όχι μόνο επίκαιρο αλλά και το μόνο ελληνικό άρθρο που βάζει το μαχαίρι στην πληγή του Ragieteater που έχει γίνει καθεστώς και στην χώρα μας. (εδώ το πρώτο μερος).

του Μάρτιν Ρόμπινς

Πώς έχουμε επιτρέψει να συμβεί αυτό; Πώς ένα από τα πιο ένδοξα επιτεύγματα της ανθρωπότητας έχει πέσει στα χέρια αυτής της αλλόκοτης ομάδας σκηνοθετών που το μόνο που επιδιώκει είναι να την κατεβάσει στο δικό της ναρκισσιστικό, σολιψιστικό επίπεδο; Πώς έχουμε υποχρεωθεί στους πιο υπερβολικούς αυτής της κακογεννημένης φυλής που μπορούν δριμύτατα να ισχυρίζονται ότι είναι “πιστοί στο Μότσαρτ”, ένας ισχυρισμός που έχει τόσο κύρος όσο ο Ρίτσαρντ Ντόκινς να δείχνει πίστη στο Θεό; Η άποψη μου είναι ότι κανένα μέλος του κόσμου της όπερας, από τους διοικητές, τους διευθυντές  ορχήστρας, τους τραγουδιστές, τους κριτικούς και το κοινό, δε μπορεί να ξεφύγει την επίκριση.

Για πολλά χρόνια, οι διοικητικοί και καλλιτεχνικοί  διευθυντές των μεγάλων ευρωπαϊκών σκηνών όπερας, έχουν φλερτάρει αφελώς με τους διάσημους και τα «τρομερά παιδιά» του θεάτρου και του σινεμά, πολλοί εκ των οποίων δεν έχουν καμία γνώση ή ενδιαφέρον για την όπερα, με την πεποίθηση ότι τα ονόματά τους θα φέρουν κύρος ή ακόμη καλύτερα σκανδαλώδη επιτυχία που θα γεμίσει τα καθίσματα. Δυστυχώς και αξιομέμπτως, έχουν πολλές φορές αποδειχτεί σωστοί, ειδικά στη Γερμανία. Πολλοί τέτοιοι διοικητικοί διοικητές είναι έτοιμοι να υπερασπιστούν την απομώρανση τους με το Ρεζί θηάτερ (ή σκηνοθετοκρατούμενη όπερα) Τυπικό είναι το άρθρο “Υπερασπιζόμενοι το Ρεζί θηάτερ” (δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό τέχνης Limelight), μια επίθεση στη Μακντόναλντ από τον σκηνοθέτη μιας αυστραλιανής ομάδας όπερας, στην οποία λέει ότι προτιμά τη χειρότερη παραγωγή σκηνοθετοκρατούμενης όπερας από μια βαρετή παραγωγή.

O “ΡΙΓΟΛΕΤΟΣ” ΤΗΣ ΜΕΤΡΟΠΟΛΙΤΑΝ Σ – Photo Beth Bergman

Αυτό είναι επίσης ένα κοινό θέμα μεταξύ ορισμένων κριτικών, αλλά σε καμία περίπτωση – γνωστή σε εμένα τουλάχιστον – δεν έχει σκοτιστεί να εξηγήσει κανείς τι συνιστά “άνοστη” ή “βαρετή” παραγωγή. Για πολλούς υποψιάζομαι πως σημαίνει μια παραγωγή στημένη σε μια περίοδο που σέβεται τους στόχους του συνθέτη και του στιχουργού. Ελάχιστα καλύτεροι από αυτούς τους διοικητικούς διευθυντές είναι οι μαέστροι ορχήστρας, κάποτε οι πιο σπουδαίοι της όπερας, οι οποίοι είτε έχουν άνανδρα παραιτηθεί από το σημαντικό τους ρόλο να συμβάλλουν στη σκηνοθεσία, ή όπως κάνουν πολλοί κριτικοί, απλώς “συμπλέουν”.

Ιδιαίτερα εύκολοι σε χλευασμό είναι οι μαέστροι στον χώρο  της πρώιμης μουσικής που επιμένουν στην ορθή χρήση των οργάνων της περιόδου, ενώ την ίδια στιγμή είναι έτοιμοι να διευθύνουν μια όπερα του Χέντελ σκηνοθετημένη στους υπονόμους της Βαρσοβίας ή κάτι τέτοιο. Ένας μαέστρος και τσεμπαλίστας, ο οποίος έχει σκηνοθετήσει περισσότερες απ’ ότι θα έπρεπε εν λόγω παραγωγές – με την πιο πρόσφατη προσπάθειά του, καθώς συντάσσεται το παρόν άρθρο, να έχει μια ηθοποιό που μοιάζει με την Έιμι Γουάινχάους να υποδύεται την Μήδεια του Κερουμπίνι – δεν κρύβει την προτίμησή του να παίζει με τα αυθεντικά μουσικά όργανα με πλήκτρα αντί τα σύγχρονα αντίγραφά τους. Φαίνεται πως δεν είναι σε θέση να δει το παράδοξο.

Η ΝΑΝΤΙΑ ΜΙΣΕΛ ΩΣ ΜΗΔΕΙΑ – Photo Bernard Coutant

Ο ρόλος που παίζουν οι τραγουδιστές χρειάζεται περισσότερη συμπάθεια, δεδομένου ότι πολλοί είναι αντίθετοι και αμήχανοι μπροστά στις υπερβολές της σκηνοθετοκρατούμενης όπερας. Ωστόσο οι μέρες του Τζων Βίκερς έχουν περάσει προ πολλού και τέτοια είναι η δικτατορική ηγεμονία των σκηνοθετών όπου πολλοί τραγουδιστές φοβούνται για τη μελλοντική τους απασχόληση ώστε να αντιταχθούν σε αυτό που γνωρίζουν πως είναι μια μπανάλ δυσφήμηση του έργου στο οποίο έχουν προσληφθεί να υποδυθούν.

Παρ’ όλο που η θέση των τραγουδιστών δικαιολογεί έναν βαθμό κατανόησης, δεν υπάρχουν δικαιολογίες για κάποιους από τους συναδέλφους κριτικούς, των οποίων η συμβολή σε αυτή την ιστορία είναι ιδιαίτερα επαίσχυντη. Σε γενικές γραμμές αυτοί οι κριτικοί μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: εκείνους των οποίων η αγάπη και η κατανόηση της όπερας είναι τόσο επιφανειακή όσο και των επαγγελματιών του Ρεζί θηάτερ, και των ετοιμόλογων και μοντέρνων οπαδών της λατρείας της μόδας που ξοδεύουν τη ζωή τους φοβούμενοι πως θα μείνουν πίσω και θα φαίνονται ξεπερασμένοι, και των οποίων η παράλογη επικύρωση των χειρότερων υπερβολών της σκηνοθετοκρατούμενης όπερας συχνά δημοσιεύεται ως επιτηδευμένο σκουπίδι. Τέτοιοι κριτικοί, συχνά νέοι συγγραφείς που μαθαίνουν πάνω στη δουλειά, βλέπουν τα νέα ενδύματα του αυτοκράτορα όταν μπαίνουν στην όπερα. Έτσι ο σημερινός θεατής όπερας, ο οποίος θα έπρεπε να μπορεί να επικαλεστεί τις απόψεις των καλά ενημερωμένων κριτικών, είναι έρμαιο των οπαδών του Ρεζί-τρας (σκουπίδι της σκηνοθετοκρατούμενης όπερας), ανθρώπων που έχουν το θράσος να γράφουν για όπερα όντες παντελώς ανίδεοι για την πλούσια ιστορία και το πολιτιστικό υπόβαθρο της.

Ο “ΗΛΙΟΓΑΒΑΛΟΣ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ” ΔΩΜΑΤΙΟΥ ΤΗΣ ΓΚΟΘΑΜ – Photo Julieta Cervantes

Με την ανοχή ενός απείθαρχου όχλου διοικητών, διοικητών ορχήστρας και κριτικών, η σκηνοθεσία της όπερας έχει φτάσει στο χαμηλότερο σημείο στην μακραίωνη ιστορία της. Μια μορφή τέχνης χωρίς ακεραιότητα, χωρίς ομορφιά, χωρίς χάρη, χωρίς αξιοπρέπεια και χωρίς πραγματική σημαντικότητα. Το μήνυμα του Χέκτορ Μπέρλιοζ, όπου και ο ίδιος υπέφερε από άκρατο φιλισταιισμό, πρέπει να εισακουστεί: “Εσείς οι μουσικοί, οι ποιητές, οι πεζογράφοι, οι ηθοποιοί, οι πιανίστες, οι μαέστροι (προσθέστε και τους σκηνοθέτες], είτε τρίτου, δεύτερου ή ακόμη και πρώτου βαθμού, δεν έχετε το δικαίωμα να ανακατεύετε τον Σαίξπηρ ή τον Μπετόβεν προκειμένου να προσδώσετε σε αυτά τα έργα τις ευλογίες της γνώσης και του γούστου σας.”

Υστερόγραφο – Νοέμβριος 2016

Έχουν περάσει σχεδόν τέσσερα χρόνια από τότε που έγραψα το παραπάνω άρθρο. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι διαίρεσε την γνώμη. Επαινέθηκε από εκείνους τους λάτρεις της όπερας που ένιωσαν ότι διατύπωσε τη δική τους βαθιά ανησυχία σχετικά με την κατεύθυνση που έχει πάρει η όπερα, και επιπλήχθηκε από εκείνους που βλέπουν την όπερα μόνο ως μέσο για να εξυπηρετήσουν τη δική τους ατζέντα ή κάποιων άλλων.

“Η ΑΡΙΑΔΝΗ ΣΤΗΝ ΝΑΞΟ” ΣΤΗΝ ΟΠΕΡΑ ΤΟΥ ΜΠΕΡΝ – Photo: Annette Boutellier

Εν τω μεταξύ, λίγα πράγματα έχουν αλλάξει. Καθώς συντάσσω το άρθρο, κριτικές εξακολουθούν να εμφανίζονται για τη λεγόμενη παραγωγή παστίς του Χέντελ Ορέστης, μια φωτογραφία της παράστασης κοσμεί την αρχή αυτού του άρθρου. Αυτή η διαστροφή όλων των οποίων αντιπροσωπεύει μια όπερα του Χέντελ, είναι έργο ενός νηπιώδη σκηνοθέτη κατά τον οποίο η “όπερα είναι το Game of Thrones προ 200 ετών”, μια ανειλικρινή ανοησία που την ξεπερνά μόνο η επιτηδευμένη περιγραφή της παραγωγής του ως “μετα-κοινωνική” (οτιδήποτε μπορεί να σημαίνει αυτό). Το γεγονός ότι η Βασιλική Όπερα δίνει παραγωγές σε τέτοιου είδους εχθρούς της όπερας είναι βαθύτατα θλιβερό.  

του Μάρτιν Ρόμπινς

Ο Μπράιαν Ρόμπινς είναι ιστορικός της μουσικής, ακαδημαϊκός λέκτορας, ραδιοπαραγωγός του BBC και κριτικός της πρώιμης μουσικής. Αρθρογραφεί  σε περιοδικά όπως το Grammophone, το πανεπιστημιακό Early Music, τα Early Music Review και Opera.

Μοιραστείτε